Ιλιάδα κι Οδύσσεια (Μάρτιος 2019)

 

 

Τα έπη του Ομήρου είναι γνωστά ως η αρχαιότερη ποίηση της Ευρώπης. Παρόλο όμως που είναι γραμμένη στα ελληνικά, η κατανόησή της από τους σύγχρονους Έλληνες δεν είναι εύκολη. Αυτός είναι ο λόγος που από τους μαθητές των σχολείων μας τα έπη αυτά θεωρούνται βαρετά. Πάνω σ’ αυτό το πρόβλημα ευθύνες αναλογούν και στους φιλολόγους μας, καθώς αντί να κάνουν πιο εύπεπτο τον Όμηρο προσπαθούν να αποδώσουν κατά γράμμα τους στίχους του, φροντίζοντας να κρατάνε το μέτρο ή χρησιμοποιώντας λέξεις που περισσότερο είναι γνωστές στις ιδιαίτερες πατρίδες τους παρά στο Πανελλήνιο. Έτσι όμως κάπου χάνεται το νόημα με τα προαναφερόμενα αποτελέσματα. Σημειωτέο ότι οι ξενόγλωσσες μεταφράσεις φέρνουν τον Όμηρο πιο κοντά στους αλλοδαπούς πολίτες στις χώρες τους, γεγονός που όμως εμάς τους Έλληνες δεν μπορεί να μας κολακεύει ιδιαίτερα. Με την παρούσα «Κάθε 1η του μηνός» γίνεται έκκληση στους ειδικούς να ενσκήψουν με περισσότερη έγνοια στο αντικείμενο, μια κι ήρθε νομίζουμε η ώρα να κάτσουν όλοι μαζί (όποια ιδεολογία κι αν υποστηρίζουν) προκειμένου τελικά να μεγαλουργήσουν. Στο κάτω - κάτω αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που έγινε το ’21. Σαν μια κατευθυντήρια προσπάθεια ας μας επιτραπεί να παρατεθούν εδώ σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοση οι πρώτοι ίσα-ίσα στίχοι της Ιλιάδας, που ενδέχεται να φανούν χρήσιμοι στο δύσκολο έργο τους:

 

            Του Αχιλλέα τραγούδησέ μας μούσα το ολέθριο μένος, που χιλιάδες φαρμάκια πότισε τους Αχαιούς, στέλνοντας πλήθος ψυχές ηρώων στον Άδη κι αφήνοντας τα κορμιά τους (βορά) σε σκύλους κι όρνια. Έτσι πάντως το είχε ορίσει να γίνει ο Δίας, από τότε που συγκρούστηκαν μεταξύ τους ο αρχιστράτηγος γιος του Ατρέα Αγαμέμνονας κι ο θεϊκός Αχιλλέας.

            Όμως ποίος άραγε θεός τους έσπρωξε να μπούνε σε μια τέτοια διαπάλη; Ο Απόλλωνας, του Δία και της Λητούς ο γιος, ο οποίος είχε χολωθεί με τον Αγαμέμνονα. Αυτός (ο Απόλλωνας) τους έβαλε να μαλώσουν, εξαπολύοντας παράλληλα και θανατηφόρο λοιμό, από τον οποίο πολύς στρατός πέθανε. Αυτό μάλιστα συνέβη, επειδή ο Αγαμέμνονας ατίμασε τον ιερέα Χρύση, ο οποίος στα χέρια του κρατούσε εκτός από την ιερή χρυσαφένια ράβδο τού Απόλλωνα, αναρίθμητα επίσης λύτρα μαζί με στεφάνια, προσπέφτοντας προς όλους τους Αχαιούς, αλλά κυρίως προς τους δύο πολέμαρχους, τον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα και τον αδελφό του Μενέλαο, λέγοντας: «Παιδιά του Ατρέα και οι υπόλοιποι Αχαιοί με τις καλογυμνασμένες γάμπες, είθε οι θεοί που κατοικούν στα δώματα του Ολύμπου να σας επιτρέψουν να πάρετε την πόλη του Πριάμου και με το καλό να γυρίσετε στην πατρίδα σας. Ελευθερώσετε όμως κι εμένα την κόρη μου (την Χρυσηίδα ή Αστυνόμη), αποδεχόμενοι τα δώρα που σας έφερα, τιμώντας ευλαβικά του Δία τον γιο, τον τοξοβόλο Απόλλωνα...

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ