«Ξεχασμένες»
γενεσιουργές
αιτίες του 1821
Στην οθωμανική
αυτοκρατορία
οι εκδικάσεις
των Χριστιανών
ενώπιον Μουσουλμάνων
δικαστών
(καδήδων)
συσσώρευσαν
συν τω χρόνω
μεγάλες
αδικίες, οι
οποίες
οδήγησαν στην
αγανάκτηση και
τον ξεσηκωμό
των βαλκανικών
λαών. Οι
αντίστοιχες
επαναστάσεις
είχαν σαν
αποτέλεσμα τη δημιουργία
ακόμα και
μέχρι τις
μέρες μας ολοένα
περισσότερων
νέων
κρατών. Έτσι σε 4
χρόνια θα
εορτάζονται στη
χώρα μας δύο αιώνες από τον ξεσηκωμό του 1821,
που οδήγησε
στη δημιουργία
του ελληνικού
κράτους. Σε 5
χρόνια πάλι θα
εορτάζεται στη
γείτονα η
απώθηση το 1922 του
ελληνικού
στρατού από τη
Μ. Ασία, όπου
σχηματίστηκε ακολούθως η σημερινή
τουρκική Δημοκρατία. Ο
αλληλοσεβασμός
και η
αλληλοκατανόηση
ανάμεσα σε
όλους τους
βαλκανικούς
λαούς, αλλά και
γενικότερα ανάμεσα
στα κράτη της
ανατολικής
Μεσογείου,
είναι το
σημαντικότερο ζητούμενο, το
οποίο
ευχόμαστε να
μην αργήσει να
γίνει
πραγματικότητα,
ενάντια σε οιαδήποτε πολεμοκάπηλα
σχέδια
οργανώνονται εκ μέρους
των κάθε λογής
ολιγαρχικών.
Σχετικά με το
ζήτημα των
προαναφερόμενων
αδικιών, οι
οποίες μπορούν
να εκληφθούν
και ως "ξεχασμένες" γενεσιουργές
αιτίες του 1821,
παρατίθενται
ενδεικτικά τρεις παράγραφοι
από το Β΄ τόμο
αντίστοιχου βιβλίου (το οποίο
μπορεί να βρει
κανείς και
λόγω των ημερών
με 1 ευρώ και 95
λεπτά):
Το
οθωμανικό
δίκαιο, το
οποίο υπήρξε
κράμα θρησκευτικής
και πολιτικής
νομοθεσίας,
ήταν κυρίαρχο
στην οθωμανική
επικράτεια.
Τις παραμονές
της Ελληνικής
Επανάστασης (αλλά και
τους
προηγούμενους
αιώνες)
η νομοθεσία
των χριστιανών
βασιζόταν στην
Εξάβιβλο
του βυζαντινού
δικαίου (14ος
αιώνας). Οι
αποφάσεις των
χριστιανικών
δικαστηρίων
ωστόσο
μπορούσαν να
προσβληθούν
στα
μουσουλμανικά
δικαστήρια που
είχαν τον
τελευταίο
λόγο. Όποιοι
χριστιανοί
είχαν (πάντως) την
απρονοησία να
καταφύγουν
στον Τούρκο
δικαστή
δικάζονταν
σύμφωνα με το
μουσουλμανικό
δίκαιο, (με
αποτέλεσμα) οι
διατάξεις που
αφορούσαν τις
σχέσεις
χριστιανών και
μουσουλμανικού
κράτους να μηδένιζαν
τη δυνατότητα
των πρώτων να
δικαιωθούν
έναντι των
κυριάρχων. (Οπότε), η
υπεροχή των
μουσουλμάνων
έναντι των
χριστιανών στα
δικαστήρια
επέτρεπε την
οποιαδήποτε
αυθαιρεσία
στις εμπορικές
πράξεις, αλλά και η απουσία
νομοθεσίας, η
οποία (ενώ μπορούσε
να) ρύθμιζε
ορθολογιστικά
τη λειτουργία
του εμπορίου,
ενίσχυε (τελικά) τη
διαφθορά και
την
αβεβαιότητα.
Έτσι, οι Ενετοί,
αν και υπήρξαν
συχνά
σκληρότεροι
εξουσιαστές
από τους
Τούρκους, παρείχαν
ωστόσο κανόνες
που κατηύθυναν
τις σχέσεις των
υπηκόων με τις
αρχές.
Το
κράτος
δικαίου, το
οποίο
αποτελούσε
επαγγελία της
Γαλλικής
Επανάστασης,
γοήτευε τους
χριστιανούς
επιχειρηματίες
των Βαλκανίων. (Ειδικότερα) οι
Έλληνες
έμποροι, εντός
και εκτός της
οθωμανικής
επικράτειας,
αντιλαμβάνονταν
αμεσότερα ίσως
από τους
αγροτικούς
πληθυσμούς την
«ανομία» του οθωμανικού
συστήματος.
Παρά
τον ρόλο της
Φιλικής Εταιρείας
στην
εθνεγερσία,
κατά πολύ
σημαντικότερη
επιρροή στη
διαμόρφωση του
νέου
ελληνισμού είχαν
οι Έλληνες της
ιταλικής
Διασποράς και
ιδιαίτερα της
Βενετίας και
των κτήσεών
της στο Αιγαίο,
την Κρήτη και
το Ιόνιο. Χωρίς
την
πολιτισμική
επιρροή των
Επτανήσων - και
της Χίου -, οι
επαναστατημένοι
Έλληνες θα πορεύονταν
μέσα στο
πολιτισμικό
ημίφως της
κεντρικής και
νότιας
Ελλάδας. Χάρη
στην
εκπαιδευτική
ακτινοβολία
των βενετικών
κτήσεων
ιδρύθηκαν πολλά
σχολεία στον
επαναστατημένο
χώρο και
ιδιαίτερα στην
Ήπειρο. Για
τέσσερις
αιώνες η
ελληνική
Διασπορά
υπήρξε το
ελληνικό έθνος
εν εξορία. (Κατά
συνέπεια των
ανωτέρω),
παρά τα όποια
κοινά στοιχεία
στον
καθημερινό βίο,
η απόσταση του
οθωμανικού από
τον λαϊκό
πολιτισμό των
«απίστων» έγινε
αγεφύρωτη και
η οθωμανική μικροτεχνία,
μουσική,
ποίηση και
μυστικιστική
φιλοσοφία δεν
συνομίλησαν
ποτέ με τα
πολιτισμικά
προϊόντα (των
υποταγμένων) «τζιμήδων».