ΒΟΥΛΕΥΜΑ
1132 / 2011
ΤΟ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ
από τους
Δικαστές, Νικολέττα
Παναγιωτίδου,
Πρόεδρο
Πλημμελειοδικών, Μαρία
Δήμου και
Κωνσταντίνο
Καλαϊτζίδη,
λημμελειοδίκες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ
στο γραφείο
της Προέδρου στις
21 Ιουλίου 2011
παρουσία της Αντεισαγγελέως
Πλημμελειοδικών
Παναγιώτας Γκίκα
και της
Γραμματέως
Κλεονίκης
Περπερίδου, για
να αποφασίσει
σε ποινική
υπόθεση για
την οποία η
Αντεισαγγελέας
έχει υποβάλει
τη με αριθμό (421)
ΕΓ29-11/90/22/11.3.2011 πρότασή
της που έχει ως
εξής:
Εισάγω στο
Συμβούλιό Σας,
σύμφωνα με τις
διατάξεις των
άρθρων 32, 138 παρ. 2, 308
παρ. 1, 308 Α ΚΠΔ, τη συνημμένη
ανακριτική
δικογραφία που
σχηματίστηκε
σε βάρος των: α)
Αριστείδη
Πουλιανού του
Νικολάου και
της Δέσποινας,
κατοίκου Πετραλώνων
Ν. Μουδανιών
Χαλκιδικής και
β) Νικολάου
Πουλιανού του
Αριστείδη και
της Δάφνης,
κατοίκου
Αθηνών, οδός
Δαφνομήλη 5-7-,
Εξάρχεια. Κατά
των κατηγορουμένων
ασκήθηκε
ποινική δίωξη
για την πράξη της
διενέργειας
ανασκαφής με
σκοπό την
ανεύρεση ή την
αποκάλυψη
αρχαίων μέσα
σε
αρχαιολογικό
χώρο και από υπαίτιο
που επιχειρεί
τέτοιες
πράξεις κατ’
επάγγελμα και
κατά συνήθεια,
από κοινού κατ’
εξακολούθηση
(άρθρ. 1, 2, 12, 13 στ', 14, 16, 17, 18,
26§1α, 27§1, 45, 51,52,60, 63, 65,79, 98 Π.Κ. και
61 §§1, 2 Ν. 3028/2002) και
εκθέτω τα
ακόλουθα: Η
ποινική δίωξη
ασκήθηκε με
αφορμή την από
29-10-2008 μηνυτήρια
αναφορά της
Εφορεία
Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας
Βόρειας Ελλάδας,
δυνάμει της
οποίας, μετά τη
διενέργεια προκαταρκτικής
εξέτασης, αυτή
τέθηκε στο
αρχείο κατ’
άρθρο 43 ΚΠΔ με
την υπ’ αριθ. Α2008/8809/
25-6-2009 αναφορά του
Εισαγγελέως
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
η οποία ενέργεια
εγκρίθηκε από
τον Εισαγγελέα
Εφετών Θεσσαλονίκης.
Εν συνεχεία,
στις 12-5-2010,
διαβιβάστηκε
στην Εισαγγελία
Εφετών
Θεσσαλονίκης το
υπ’ αριθ. πρωτ. 3503/6-5-2010 έγγραφο
του Υπουργείου
Πολιτισμού,
που απευθυνόταν
στον
Εισαγγελέα του
Αρείου Πάγου
με θέμα Σπήλαιο
Πετραλώνων και
με το οποίο ο
αρμόδιος
υπουργός
Πολιτισμού,
ζήτησε την
ανάσυρση της
δικογραφίας
από το αρχείο,
διότι κατά την
άποψή του, ο
Εισαγγελέας
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
ο οποίος έθεσε
τη δικογραφία
στο αρχείο έσφαλε
στην κρίση του,
συγχέοντας τη
χρήση και την οικονομική
διαχείριση του
χώρου με την
απουσία άδειας
για τη
διενέργεια
ανασκαφικής
έρευνας στους
κατηγορουμένους,
με αποτέλεσμα
να κρίνει ότι
δεν έχει
τελεστεί
αξιόποινη
πράξη από τους
κατηγορούμενους.
Κατόπιν αυτού
η υπό κρίση
δικογραφία
ανασύρθηκε από
το αρχείο και
επεστράφη στις
31-5-2010 από τον
Εισαγγελέα
Εφετών
Θεσσαλονίκης,
στον
Εισαγγελέα
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
με παραγγελία
για την άσκηση
ποινικής
δίωξης σε
βάρος των
κατηγορουμένων,
για παράβαση
του άρθρου 61 παρ.
2-1 του Ν. 3028/2002,
τελεσθείσα
όμως μετά την
ισχύ του
ανωτέρω νόμου,
καθόσον οι
προϊσχύουσες
διατάξεις
τιμωρούσαν την
άνω πράξη σε βαθμό
πλημμελήματος.
Ασκήθηκε
ποινική δίωξη
στις 3-8-2010 και
διατάχθηκε
κύρια ανάκριση
δυνάμει
παραγγελίας
μας στον
Ανακριτή του 1ου
Ειδικού
Τμήματος
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης η
οποία
περατώθηκε
νομότυπα
σύμφωνα με τις
διατάξεις των
άρθρων 270 παρ. 1
και 308 παρ. 6 του
Κ.Π.Δ. με την
απολογία των
κατηγορουμένων
και τη
γνωστοποίηση
του πέρατος σε
αυτούς.
Σύμφωνα
με τις
διατάξεις του
άρθρο 6§§ 1, 2 Ν. 3028/2002: 1)
Όποιος χωρίς
προηγούμενη
άδεια
διενεργεί
ανασκαφές με σκοπό
την ανεύρεση ή
αποκάλυψη
αρχαίων τιμωρείται
με κάθειρξη
μέχρι δέκα
ετών και 2) Αν οι πράξεις
της
προηγούμενης
παραγράφου
τελέστηκαν μέσα
σε
αρχαιολογικούς
χώρους ή αν ο
υπαίτιος τις
επιχειρεί κατ'
επάγγελμα ή
κατά συνήθεια
επιβάλλεται
κάθειρξη. Η
κατηγορία που
απαγγέλθηκε
κατά των
κατηγορουμένων
για την
παραπάνω πράξη
είναι η εξής:
Στα Πετράλωνα
Χαλκιδικής και
ειδικότερα στο
χώρο του Σπηλαίου
Πετραλώνων σε
χρόνο άγνωστο πάντως
από τις 23-5-2005 έως
και
τουλάχιστον
μέχρι τις αρχές
Οκτωβρίου 2008, με
τις ιδιότητές
τους ο
Αριστείδης
Πουλιανός ως
εκπροσώπου και
πρώην προέδρου
του εδρεύοντος
στην Αθήνα σωματείου
με την
επωνυμία
«Ανθρωπολογική
Εταιρεία
Ελλάδος» και
ο Νικόλαος
Πουλιανός ως
πρόεδρος του
ίδιου σωματείου,
από κοινού
διενήργησαν
παράνομη
ανασκαφή σε
αρχαιολογικό
χώρο χωρίς
καμία άδεια από
αρμόδιες
υπηρεσίες,
προκειμένου να
ανεύρουν ή να
αποκαλύψουν
αρχαία και από
την υποδομή
που είχαν
διαμορφώσει με
πρόθεση
επανειλημμένης
δράσης,
προκύπτει
σκοπός για
πορισμό
εισοδήματος,
ενώ από την
επανειλημμένη
τέλεση της
πράξης, προκύπτει
σταθερή ροπή
προς τη
διάπραξη του
συγκεκριμένου
εγκλήματος. Ειδικότερα
στο χώρο του
Σπηλαίου των
Πετραλώνων στον
άνω
αναφερόμενο
χρόνο, σε χώρο
που είχε κηρυχθεί
αρχαιολογικός
με την υπ’ αριθ.
ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/ Φ16/5680/31 -1-1983 απόφαση
του Υπουργού
Πολιτισμού,
από κοινού
ενεργούντες
και με τη
συμμετοχή
αγνώστων, διενήργησαν
ανασκαφή χωρίς
προηγούμενη
άδεια της Εφορείας
Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας
Βόρειας
Ελλάδας του
Υπουργείου
Πολιτισμού,
αφού χορηγήθηκε
για τελευταία
φορά άδεια
ανασκαφών το
έτος 1983, με σκοπό
την ανεύρεση
και αποκάλυψη
αρχαιοτήτων
και με σκοπό
για πορισμό
εισοδήματος,
όπως προκύπτει
από την
επανειλημμένη
τέλεση της
πράξης.
Από
τα αποδεικτικά
στοιχεία της
δικογραφίας
και ειδικότερα
τις καταθέσεις
των μαρτύρων,
όλα τα έγγραφα
και τις
απολογίες των κατηγορουμένων,
τις ανωμοτί
καταθέσεις
τους και τα
υπομνήματα των
δύο πρώτων
προέκυψαν τα
εξής πραγματικά
περιστατικά. Ο
Ι05
κατηγορούμενος
Αριστείδης
Πουλιανός
είναι πρώην
πρόεδρος του
επιστημονικού
σωματείου
Ανθρωπολογικής
Εταιρείας
Ελλάδος και
συνταξιούχος
καθηγητής
πανεπιστημίου
και είναι
αυτός που ίδρυσε
το άνω
σωματείο το
έτος 1971, το οποίο
διενήργησε
ανασκαφικές
έρευνες στο
Σπήλαιο, οι
οποίες είχαν
σαν αποτέλεσμα
σημαντικές
ανακαλύψεις
και ευρήματα
παλαιοντολογικού
ενδιαφέροντος,
ενώ μερίμνησε
για τη
διαμόρφωση του
περιβάλλοντος
χώρου και των
κτιριακών και
εκθεσιακών
εγκαταστάσεων.
Με την από 8-4-1981
σύμβαση που
καταρτίσθηκε
εγγράφως
μεταξύ του επιστημονικού
σωματείου με
την επωνυμία
Ανθρωπολογική
Εταιρεία
Ελλάδος (Α.Ε.Ε.)
και του
Ελληνικού Οργανισμού
Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.),
ο τελευταίος
παραχώρησε
στην ΑΕΕ
έκταση 184.270 τ.μ. της
κυριότητάς
του, εντός της
οποίας
βρίσκεται το
Σπήλαιο των
Πετραλώνων
Χαλκιδικής, με
όλες τις
εγκαταστάσεις
του, όπου έχουν
ανευρεθεί
αντικείμενα
παλαιοντολογικής
αξίας (όπως το
κρανίο και ο
σκελετός του
αρχανθρώπου)
προκειμένου να
διενεργηθούν
περαιτέρω
ανασκαφές και
έρευνες και
ανέθεσε επίσης
στην ΑΕΕ την
ευθύνη φύλαξης,
συντήρησης και
διαχείρισης
του όλου
παλαιοανθρωπολογικού
χώρου, υπό την
εποπτεία του EOT, τους
οποίους χώρους
είχε και
προηγουμένως
στη χρήση της η
ΑΕΕ, τα δε ευρήματα
από τις
ανασκαφικές
έρευνες
εκτίθενται σήμερα
στην αίθουσα
του Μουσείου. Ο
2°ς κατηγορούμενος,
υιός του 1ου,
είναι ο
Πρόεδρος της
ΑΕΕ, υπάλληλος
του ΥΠΠΟ και καθηγητής
στο
Πανεπιστήμιο
Αιγαίου. Η παραχώρηση
της χρήσης
έγινε για
αόριστο χρόνο,
παρασχέθηκε δε
ειδικώς στον EOT η
δυνατότητα να
καταγγείλει
μονομερώς τη
σύμβαση, εκτός
των άλλων και
στην περίπτωση
που θα αποφάσιζε
να αναθέσει το
ερευνητικό και
επιστημονικό έργο
της
αξιοποίησης
του Σπηλαίου
σε άλλον
επιστημονικό
φορέα. Στις 13-5-1983 η
εν λόγω σύμβαση
καταγγέλθηκε
από τον EOT, προκειμένου
να παραχωρηθεί
η έκταση με τις
εγκαταστάσεις
της προς
έρευνα και
μελέτη του
Σπηλαίου στην
Εφορεία
Παλαιοντολογίας
και
Σπηλαιολογίας
του ΥΠΠΟ και
άρχισε μακρός
δικαστικός
αγώνας . Η
καταγγελία
αυτή κρίθηκε
ανίσχυρη και
καταχρηστική,
αρχικά με την
υπ’ αριθ. 7307/1989
απόφαση του
Πρωτοδικείου
Αθηνών και
τελικά με την
υπ’ αριθ. 469/1994
απόφαση του
Εφετείου
Πειραιώς, η οποία
κατέστη
αμετάκλητη με
την υπ’ αριθ. 1632/1995
απόφαση του
Αρείου Πάγου,
λόγω σοβαρού
κινδύνου
καταστροφής
των ευρημάτων
του Σπηλαίου.
Εν συνεχεία
με την υττ’ αριθ.
8507/1996 απόφαση του
Πρωτοδικείου
Αθηνών η οποία
κατέστη
τελεσίδικη με
την υπ’ αριθ. 3798/1997
απόφαση του
Εφετείου
Αθηνών,κρίθηκε
ότι η
καταγγελία της
ένδικης
συμβάσεως
είναι άκυρη
και επομένως η
από 8-4-1981 σύμβαση χρησιδανείου
μεταξύ των
διαδίκων είναι
ισχυρή και ότι
η ΑΕΕ
«δικαιούται να
εγκατασταθεί
στο Σπήλαιο
Πετραλώνων και
να συνεχίσει
το ανασκαφικό
και ερευνητικό
της έργο»,
υποχρεώθηκε δε
ο EOT να
παραδώσει στην
ΑΕΕ τη χρήση
του Σπηλαίου
των Πετραλώνων
και διατάχθηκε
η
επανεγκατάσταση
της ΑΕΕ στην
άνω έκταση,
οποία και
πραγματοποιήθηκε
με την
εκτέλεση της
άνω απόφασης
στις 27-6-1997.
Προηγουμένως
εκδόθηκαν δύο
αποφάσεις του
υπουργού
Πολιτισμού (οι
από 16-5-1997 η οποία
εκδόθηκε την
ημέρα της
έναρξης
επανεγκαταστάσεως
της ΑΕΕ και η
από 19-5-1997) με τις
οποίες
απαγορεύθηκε
στην ΑΕΕ οποιαδήποτε
επέμβαση ή
ενέργεια στο
Σπήλαιο των
Πετραλώνων,
καθώς και η
διεξαγωγή
ερευνών και η
εκπόνηση
μελετών σε
αυτό και στο
περιβάλλοντα χώρο
άνευ αδείας
του Υπουργού
Πολιτισμού.
Κατά των άνω
αποφάσεων η
ΑΕΕ άσκησε
αίτηση
ακύρωσης των ως
άνω υπουργικών
αποφάσεων και
αίτηση
αναστολής ενώπιον
του Συμβουλίου
της
Επικρατείας.
Το ΣτΕ με την υπ’
αριθ. 2129/1998 απόφασή
του ακύρωσε
τις υπουργικές
αποφάσεις, ενώ
προηγουμένως
είχε
αναστείλει την
εκτέλεσή τους
με την υπ’ αριθ.
705/1997 απόφαση και
ερμηνεύοντας
υπό το φώς του
εκ της υπ’ αριθ.
1632/1995 αποφάσεως
του Αρείου Πάγου
δεδικασμένο
έκρινε ότι η ΑΕΕ
έχει δυνάμει
της από 8-4-1981
εγκύρου
συμβάσεως την
αποκλειστική
διαχείριση του
Σπηλαίου μετά
του περιβάλλοντος
χώρου και
εγκαταστάσεων
και ότι το υπουργείο
δεν μπορεί να
επεμβαίνει δια
μονομερών πράξεών
του σε θέματα
διαχείρισης
του χώρου που αποτελούν
αντικείμενο
της άνω
συμβάσεως και
ότι η επίλυση οποιοσδήποτε
διαφοράς
ανακύψει από
τη σύμβαση ανήκει
αποκλειστικά
στους
συμβληθέντες
και στα τακτικά
δικαστήρια και
ότι οι
ακυρωθείσες
αποφάσεις
εκδόθηκαν από
αναρμόδιο για
την έκδοσή
τους όργανο.
Περαιτέρω με
την υπ’ αριθ. 1103/1999
απόφαση του
ΣτΕ, η οποία
εκδόθηκε επί
της από 7-10-1996
αιτήσεως
ακύρωσης της
ΑΕΕ κατά της από
17-7-1996 απόφασης
Υπουργού
Πολιτισμού και
της υπ’ αριθ. 18/4-5-1996
Πράξης
Συνεδριάσεως
του Κεντρικού
Αρχαιολογικού
Συμβουλίου,
έγινε δεκτό
ότι η
προσβαλλόμενη
υπουργική
απόφαση, με μη
νόμιμη και
ανεπαρκή
αιτιολογία
απέρριψε την από
15-5-1995 αίτηση της
ΑΕΕ για
ανανέωση της
άδειας ανασκαφών
που κατείχε,
καθόσον η ΑΕΕ,
όπως
αναφέρεται στην
άνω απόφαση
του ΣτΕ, «δεν
υπέβαλλε το
πρώτον αίτηση
χορηγήσεως
αδείας
ανασκαφών,
αλλά αντιθέτως
ζήτησε τη
συνέχιση των
ανασκαφών τις
οποίες από μακρού
χρόνου διεξήγε
και μάλιστα
επιτυχώς και
τις οποίες
εξηναγκάσθη
ανυπαιτίως να
διακόψει κατόπιν
συμπεριφοράς
της Διοικήσεως
και δη του EOT, η
οποία εκρίθη αμετακλήτως
δια δικαστικής
αποφάσεως ως
παράνομη και
καταχρηστική»,
ακύρωσε δε την
προσβαλλόμενη
απόφαση
Υπουργού
Πολιτισμού ως
«μη νόμιμη», έχουσα
«παράνομη και
ανεπαρκή
αιτιολογία». Με
το Ν. 2636/1998 ο EOT μετονομάστηκε
σε «ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ
ΑΚΙΝΗΤΑ Α.Ε.» και
με το Ν. 3270/2004 σε
«ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.», η
οποία
διαδέχθηκε τον
EOT και
υπεισήλθε
αυτοδικαίως
στα δικαιώματα
και τις
υποχρεώσεις
του EOT. Παρά
τις
προηγηθείσες
δικαστικές
αποφάσεις και το
δεδικασμένο
που απορρέει
από την υπ’ αριθ.
1632/1995 απόφαση του
Αρείου Πάγου, η
διοίκηση
επανήλθε με
την από 2-4-1998 ΚΥΑ με
την οποία
διατάχθηκε η
απόδοση του
Σπηλαίου
Πετραλώνων και
του
Περιβάλλοντα χώρου
από τον EOT στο
Υπουργείο
Πολιτισμού. Ως
προς αυτό
κρίθηκε με την
υπ’ αριθ. 3576/2002 απόφαση
του ΣτΕ ότι η
ανωτέρω
υπουργική
απόφαση συνιστά
αλλαγή
αντισυμβαλλόμενου
σε σχέση με την
ΑΕΕ χωρίς
αλλαγή
καθεστώτος στο
χώρο και ως εκ
τούτου το ΥΠΠΟ
έχει όλα τα
δικαιώματα και
τις υποχρεώσεις
που απορρέουν
από την 8-4-1981
σύμβαση με την
οποία είναι
εγκατεστημένη
η ΑΕΕ στο
Σπήλαιο. Πέραν
των ανωτέρω η
ανώνυμη
εταιρεία
ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ
ΑΕ υποχρεώθηκε
δυνάμει της υπ’
αριθ. 2549/2006 αποφάσεως
του Εφετείου
Θεσσαλονίκης
να καταβάλλει στην
ΑΕΕ χρηματικό
ποσό 72.833,67 Ε . με την
υπ’ αριθ. 397/2009
απόφαση του
Εφετείου
Θεσσαλονίκης
ποσό 67,864,72 Ε και με
την υπ’ αριθ. 549/2010
απόφαση του
Εφετείου
Θεσσαλονίκης
υποχρεώθηκε να
καταβάλλει
στην ΑΕΕ ποσό 46.010,14
Ε, λόγω δαπανών
στις οποίες
υπεβλήθη για
τη μισθοδοσία
του προσωπικού
που
απασχολείτο
στις
εγκαταστάσεις
και για
δαπάνες
λειτουργίας του
Σπηλαίου των
Πετραλώνων που
εβάρυναν μετά
την
επανεγκατάστασή
της ΑΕΕ στο
χώρο στις 21-6-1997, την
εταιρεία
«ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ
ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΕ».
Μετά τη δημοσίευση
του Ν. 3207/2003,
εκδόθηκε το
από 16-1-2004
«πρωτόκολλο
διοικητικής
αποβολής»,
δυνάμει του άρθρου
28 παρ. 10 του ίδιου
νόμου, με το
οποίο
διατάχθηκε η
αποβολή της
ΑΕΕ από το
Σπήλαιο και
τον περιβάλλοντα
χώρο, κατά του
οποίου
ασκήθηκε η από
21-1-2004 αίτηση
ακύρωσης και
αίτηση
αναστολής και
εκδόθηκε η από
22-1-2004 προσωρινή
διαταγή με την
οποία
διατάχθηκε η
αναστολή
εκτέλεσης του
άνω
πρωτοκόλλου
διοικητικής
αποβολής, με
αποτέλεσμα η
ΑΕΕ και τα
απασχολούμενα
υπ’ αυτής
πρόσωπα να
βρίσκονται
νομίμως στη
χρήση του
Σπηλαίου και
του
περιβάλλοντος
αυτού χώρου
κατά το
χρονικό
διάστημα που
αναφέρεται στο
κατηγορητήριο
(δηλαδή από 23-5- 2005
έως και αρχές
Οκτωβρίου 2008)
καθόσον η
παρουσία τους
βασίζεται στη
εν λόγω
προσωρινή
διαταγή που
δεν ανακλήθηκε
ποτέ και τυχόν
διενεργούμενες
ανασκαφές δεν
πραγματοποιήθηκαν
παρανόμως κατά
παράβαση του
άρθρου 61 του Ν. 3028/2002.
Σημειώνεται
επίσης ότι επί
της αιτήσεως
ακυρώσεως κατά
του
πρωτοκόλλου
διοικητικής
αποβολής, δεν είχε
εκδοθεί
απόφαση έως
και τον
Οκτώβριο του 2008,
η οποία να
καταλήγει σε
απορριπτική
κρίση επί της
αιτήσεως
ακυρώσεως και
να καθιστά
ανίσχυρη την
από 23-1-2004
προσωρινή
διαταγή του
ΣτΕ και τυχόν
μεταγενέστερη
απορριπτική
της αιτήσεως
ακυρώσεως απόφαση
του ΣτΕ καμία
συνέπεια και
αναδρομική
εφαρμογή δεν
μπορεί να έχει
στο θέμα της νόμιμης
παρουσίας της
ΑΕΕ στο χώρο
του Σπηλαίου
Πετραλώνων κατά
το επίμαχο
χρονικό
διάστημα. Σε
κάθε περίπτωση,
σύμφωνα με τις
προαναφερόμενες
δικαστικές
αποφάσεις που
εκδόθηκαν καθ’
όλο το
χρόνο της
αντιδικίας της
ΑΕΕ και της
διοίκησης,
κρίθηκε και μάλιστα
με ισχύ
δεδικασμένου
απόφασης του
Αρείου Πάγου,
ότι ποτέ
δεν ακυρώθηκε
η σύμβαση
σύμφωνα με την
οποία παραχωρήθηκε
ο χώρος στην
ΑΕΕ με
δυνατότητα πραγματοποίησης
ανασκαφικών
και
ερευνητικών ενεργειών
στο χώρο
του Σπηλαίου.
Αντιθέτως
ακυρώθηκαν,
όπως προαναφέρθηκε, οι
υπουργικές
αποφάσεις με
τις οποίες
κατά καιρούς
διατάχθηκε η αποβολή
της ΑΕΕ από το
χώρο. Με αυτά τα
δεδομένα και
με το ίδιο αποδεικτικό
υλικό που
ενυπάρχει στην
παρούσα ανακριτική δικογραφία,
ο Εισαγγελέας
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης
έθεσε στο
αρχείο την από 29-10-2008
μηνυτήρια
αναφορά της
Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας
-
Σπηλαιολογίας
Βόρειας Ελλάδας,
η οποία ενέργεια
εγκρίθηκε από
τον Εισαγγελέα
Εφετών Θεσσαλονίκης. από 6-5-2010
έγγραφο του
ΥΠΠΟ, λόγω του
οποίου και
κατόπιν σχετικού
αιτήματος
ανασύρθηκε η
δικογραφία από
το αρχείο και
ασκήθηκε η σε
βάρος των κατηγορουμένων
ποινική δίωξη,
κανένα
καινούριο στοιχείο
δεν κομίζει
στην υπόθεση,
παρά περιορίζεται
σε κριτική στο
σκεπτικό της
απόρριψης της
μηνυτήριας
αναφοράς από
τον Εισαγγελέα
Πλημμελειοδικών,
για την οποία
αναφέρει ότι
λανθασμένα
θεωρεί ότι οι
αποφάσεις του
ΣτΕ αποτελούν
αποφάσεις για
τη χορήγηση άδειας
ανασκαφής,
-κάτι όμως που
δεν αναφέρεται
στην κατ’ άρθρο 43
ΚΠΔ αναφορά
του Εισαγγελέα
Πλημμελειοδικών-
και ότι
συγχέει τη
χρήση με την
οικονομική
διαχείριση του
χώρου. Πλην
όμως το ίδιο ως
άνω έγγραφο
του ΥΠΠΟ, χωρίς
κανένα
στοιχείο για
τη διενέργεια
παράνομων
ανασκαφών,
προσπαθεί
ερμηνεύοντας
κατά την
διαφορετική
άποψη προφανώς
της νομικής
υπηρεσίας του
υπουργείου τα
διατακτικά των
αποφάσεων που
έχουν εκδοθεί,
τόσο από τα
πολιτικά
δικαστήρια,
τον Άρειο Πάγο
και το ΣτΕ,
σύμφωνα με τα
οποία η
σύμβαση παραχώρησης
αναφέρεται και
αφορά και στη
διενέργεια
ανασκαφών στο
χώρο, καθώς και
στη φύλαξη και
συντήρηση των
παλαιοντολογικών
ευρημάτων), να
στηρίξει την
τέλεση της
αξιόποινης
πράξη του
άρθρου 61 του Ν. 3028/2002
από τους
κατηγορούμενους.
Περαιτέρω και
εκτός του ότι η
ΑΕΕ βρισκόταν
νομίμως στο
χώρο του
Σπηλαίου Πετραλώνων,
έως και τον
Οκτώβριο του 2008
και τυχόν ανασκαφές
από αυτήν ήταν
νόμιμες, (διότι
σύμφωνα με τα
προλεχθέντα
δεν είχε
ανακληθεί η
άδεια ανασκαφής
που της είχε
χορηγηθεί με
το από 8-4-1981 συμφωνητικό
παραχώρησης
και είχε
εκδοθεί
προσωρινή διαταγή
αναστολής της
εκτέλεσης του
πρωτοκόλλου διοικητικής
αποβολής), από
κανένα
στοιχείο της
δικογραφίας
δεν προέκυψε η
διενέργεια
ανασκαφών κατά
το χρονικό
διάστημα από 23-5-2005
έως και αρχές
Οκτωβρίου 2008.
Αντιθέτως μετά
την καταγγελία
του
Κωνσταντίνου
Παπαδόπουλου
υπαλλήλου της
ΙΣΤ’ Ε.Π.Κ.Α -
αρχαιοφύλακα υπευθύνου
για τη φύλαξη
του
αρχαιολογικού
χώρου της
Ολύνθου, την
οποία
συνυπέγραφε ο
αρχαιοφύλακας
Απόστολος
Χατζαρίδης,
σύμφωνα με την
οποία διαπιστώθηκε
στις 23-5-2005
ανασκαφική
δραστηριότητα
από τους
κατηγορούμενους
στο εσωτερικό
του Σπηλαίου
των
Πετραλώνων,
διατάχθηκε από
την
Προϊσταμένη της
Εφορείας
Παλαιοανθρωπολογίας
-
Σπηλαιολογίας
Βόρειας Ελλάδας
Ε. Παντερμαλή
στις 9-6-2005, η
διενέργεια
αυτοψίας για
τη διερεύνηση
των
καταγγελομένων,
που ανατέθηκε
στον
αρχαιολόγο
Αναστάσιο Σύρο
και τον γεωλόγο
Μάρκο
Βαξεβάνη. Μετά
τη διενέργεια
της αυτοψίας
οι ως άνω
απέστειλαν
στις 27-7-2005 αναφορά
στην Εφορεία,
σύμφωνα με την
οποία, η
καταγγελία
έρχεται κατ’
αρχήν σε πλήρη
αντίθεση με
τις αναφορές
που απέστειλαν
οι
καταγγέλλοντες
πριν με
ημερομηνία 5-5-2005
και 31- 5-2005, όσο και
μετά την
καταγγελία με
ημερομηνία 15-6-2005
και 30-6-2005 σύμφωνα
με τις οποίες
«κανένα πρόβλημα
δεν προέκυψε»
και αναφέρουν
(οι
διενεργήσαντες
την αυτοψία)
ότι κατά την
αυτοψία «δεν
παρατηρήθηκε
ανασκαφική
δραστηριότητα
σε εξέλιξη,
ούτε διανοιχθείσες
τομές πέραν
των ήδη
γνωστών από παλαιότερα,
τουλάχιστον
από το έτος 2004».
(Για την καταγγελία
αυτή, ο
κατηγορούμενος
Νικόλαος
Πουλιανός
άσκησε αγωγή
εναντίον των
καταγγελλόντων
για αποζημίωση
λόγω
αδικοπραξίας
και εκδόθηκε
κατόπιν
ασκήσεως
εφέσεως η υπ’
αριθ. 2812/2007 απόφαση
του Εφετείου
Θεσσαλονίκης,
σύμφωνα με την
οποία η
καταγγελία
ήταν ψευδής,
αφού δεν έγινε
καμία παράνομη
ανασκαφή στο
χώρο του
Σπηλαίου των
Πετραλώνων
στις 23-5-2005 και
υποχρέωσε τους
εναγόμενους να
καταβάλλουν το
ποσό των 3.000 € ο
καθένας στον
ενάγοντα.). Εν
συνεχεία
κατατέθηκε η
από 29-10- 2008
μηνυτήρια
αναφορά που υπογράφει
ο Ανδρέας
Ντάρλας,
προϊστάμενος
της Εφορείας, ο
οποίος
αναφέρεται σε
παράνομη
ανασκαφική δραστηριότητα
χωρίς να
προσκομίζει
κανένα στοιχείο,
αλλά εκθέτει
δικά του
συμπεράσματα,
ερειδόμενα στο
περιεχόμενο
ενημερωτικού
φυλλαδίου της
ΑΕΕ και στη
δημοσιοποίηση
ευρημάτων που
έγιναν μετά το 1997,
ο ίδιος όμως
καταλήγει στην
εκτίμηση ότι
δεν είναι
δυνατό να
διαπιστωθεί
τυχόν
ανασκαφική
δραστηριότητα,
εκτός και αν
κάποιος είναι
παρών κατά την διενέργειά της.
Επί
τη βάσει των ως
άνω δεν
θεμελιούται
κατά την κρίση
μας η
αντικειμενική
υπόσταση του
εγκλήματος της
διενέργειας
ανασκαφής με
σκοπό την
ανεύρεση ή την
αποκάλυψη
αρχαίων μέσα
σε
αρχαιολογικό
χώρο και από
υπαίτιο που
επιχειρεί
τέτοιες
πράξεις κατ’
επάγγελμα και
κατά συνήθεια,
από κοινού κατ’
εξακολούθηση,
για την οποία
ασκήθηκε
ποινική δίωξη
σε βάρος των
κατηγορουμένων,
καθόσον από το
συγκεντρωθέν
αποδεικτικό
υλικό δεν
προέκυψε η
τέλεση της
πράξης αυτής
από τους
κατηγορούμενους
κατά το χρονικό
διάστημα από 23-5-2005
έως τον
Οκτώβριο του 2008.
Επί
τη βάσει των ως
άνω δεν
προέκυψαν κατά
την κρίση μας
επαρκείς και
αποχρώσες
ενδείξεις
ενοχής των
κατηγορουμένων
για το αδίκημα
για το οποίο
κατηγορούνται
και ως εκ
τούτου δεν
πρέπει να
γίνει κατηγορία
σε βάρος τους.
Τέλος δε
συντρέχει λόγος επιβολής
δικαστικών
εξόδων αφού
δεν συντρέχουν
οι
προϋποθέσεις
του άρθρου 585 ΚΠΔ
καθόσον η
ποινική δίωξη
ασκήθηκε
αυτεπαγγέλτως.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΩ Α] ΝΑ
ΜΗ ΓΙΝΕΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
σε βάρος των : α)
Αριστείδη
Πουλιανού του
Νικολάου και
της Δέσποινας,
κατοίκου Πετραλώνων
Ν. Μουδανιών
Χαλκιδικής και
β) Νικολάου Πουλιανού
του Αριστείδη
και της Δάφνης,
κατοίκου Αθηνών,
οδός Δαφνομήλη
5-7-, Εξάρχεια, για
την πράξη της
διενέργειας
ανασκαφής με
σκοπό την
ανεύρεση ή την
αποκάλυψη
αρχαίων μέσα
σε
αρχαιολογικό
χώρο και από υπαίτιο
που επιχειρεί
τέτοιες
πράξεις κατ’
επάγγελμα και
κατά συνήθεια,
από κοινού κατ’
εξακολούθηση
(άρθρ. 1, 2, 12, 13 στ', 14, 16, 17, 18,
26§1α, 27§1, 45, 51,52,60, 63, 65,79, 98 Π.Κ. και
61§§1, 2 Ν.3028/2002) που
φέρονται ότι
τέλεσαν στα
Πετράλωνα
Χαλκιδικής
κατά το
χρονικό
διάστημα από 23-5-2005
έως αρχές Οκτωβρίου
2008.
Θεσσαλονίκη
11 Μαρτίου 2011 Η
Εισαγγελέας
Παναγιώτα Γκίκα
Αντεισαγγελέας
Πλημμελειοδικών
Την πρότασή
της αυτή η
Αντεισαγγελέας
την ανέπτυξε
προφορικά και
ύστερα
αποχώρησε.
ΑΦΟΥ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ
ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ
ΝΟΜΟ Σε βάρος
των : α)
Αριστείδη
Πουλιανού του
Νικολάου,
κατοίκου
Πετραλώνων Ν.
Μουδανιών
Χαλκιδικής και
β) Νικολάου
Πουλιανού του
Αριστείδη,
κατοίκου
Αθηνών, οδός
Δαφνομήλη 5-7,
Εξάρχεια,
κατηγορουμένων,
ασκήθηκε ποινική
δίωξη για την
πράξη της
διενέργειας
ανασκαφής με
σκοπό την
ανεύρεση ή την
αποκάλυψη
αρχαίων μέσα
σε
αρχαιολογικό
χώρο και από
υπαίτιο που
επιχειρεί
τέτοιες
πράξεις κατ’
επάγγελμα και
κατά συνήθεια,
από κοινού κατ’
εξακολούθηση
(άρθρα 1,2, 12, 13 στ, 14, 16, 17, 18, 26 παρ. 1 α,
27 παρ. 1, 45, 51, 52, 60, 63, 65, 79, 98 ΠΚ
και 61 παρ. 1, 2 Ν. 3028/2002)
κατόπιν της
από 29.10.2008
μηνυτήριας
αναφοράς της
Εφορείας
Παλαιοανθρωπολογίας
-
Σπηλαιολογίας
Βόρειας
Ελλάδας,
δυνάμει της
οποίας, μετά τη
διενέργεια προκαταρκτικής
εξέτασης, αυτή
τέθηκε στο
αρχείο κατ'
άρθρο 43 ΚΠΔ με
την υπ' αριθ. Α2008/8809/ 25.06.2009
αναφορά του
Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
η οποία
ενέργεια εγκρίθηκε
από τον
Εισαγγελέα Εφετών
Θεσσαλονίκης.
Εν συνεχεία,
στις 12.05.2010, διαβιβάστηκε
στην
Εισαγγελία
Εφετών
Θεσσαλονίκης
το υπ' αριθ. πρωτ.
3503/06.05.2010 έγγραφο του
Υπουργείου
Πολιτισμού, που
απευθυνόταν
στον
Εισαγγελέα του
Αρείου Πάγου
με θέμα
Σπήλαιο
Πετραλώνων και
με το οποίο ο
αρμόδιος
υπουργός
Πολιτισμού,
ζήτησε την ανάσυρση
της
δικογραφίας
από το αρχείο,
διότι κατά την
άποψή του, ο
Εισαγγελέας
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
ο οποίος έθεσε
τη δικογραφία
στο αρχείο
έσφαλε στην
κρίση του,
συγχέοντας τη
χρήση και την
οικονομική
διαχείριση του
χώρου με την
απουσία άδειας
για τη
διενέργεια
ανασκαφικής
έρευνας στους
κατηγορουμένους,
με αποτέλεσμα
να κρίνει ότι
δεν έχει
τελεστεί
αξιόποινη
πράξη από τους
κατηγορούμενους.
Κατόπιν αυτού,
η υπό κρίση
δικογραφία
ανασύρθηκε από
το αρχείο και
επεστράφη στις
31.05.2010 από τον
Εισαγγελέα
Εφετών
Θεσσαλονίκης,
στον
Εισαγγελέα
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
με παραγγελία
για την άσκηση
ποινικής
δίωξης σε
βάρος των
κατηγορουμένων,
για παράβαση
του άρθρου 61 παρ.
2-1 του Ν. 3028/2002,
τελεσθείσα
όμως μετά την
ισχύ του
ανωτέρω νόμου,
καθόσον οι
προϊσχύουσες
διατάξεις
τιμωρούσαν την
άνω πράξη σε
βαθμό
πλημμελήματος.
Ασκήθηκε
ποινική δίωξη
στις 03.08.2010 και
διατάχθηκε
κύρια ανάκριση
δυνάμει παραγγελίας
του Εισαγγελέα
στον Ανακριτή
του 1ου Ειδικού
Τμήματος
Πλημμελειοδικών
Θεσσαλονίκης,
η οποία
περατώθηκε
νομότυπα
σύμφωνα με τις
διατάξεις των
άρθρων 270 παρ. 1
και 308 παρ. 6 του
Κ.Π.Δ. με την
απολογία των
κατηγορουμένων
και τη
γνωστοποίηση
του πέρατος σε
αυτούς.
Από
το σύνολο του
αποδεικτικού
υλικού που
συγκεντρώθηκε
κατά τη
διενεργηθείσα
ανάκριση και
ειδικότερα,
από τις
καταθέσεις των
μαρτύρων και
τα έγγραφα, σε
συνδυασμό και
με την απολογία
των
κατηγορουμένων,
προέκυψαν τα
πραγματικά περιστατικά,
που λεπτομερώς
εκτίθενται
στην εισαγγελική
πρόταση, στις
ορθές και
νόμιμες
σκέψεις της
οποίας και το Συμβούλιο
εξ ολοκλήρου
αναφέρεται,
προς αποφυγή άσκοπων
επαναλήψεων
(ΟλΑΠ 1227/1979 ΠοινΧρ
Λ' 253, ΑΠ 915/2010, ΑΠ 1359/2010 ΤΝΠ
Νόμος). Βάσει
αυτών, και το
Συμβούλιο
τούτο κρίνει
ότι δεν
υπάρχουν
καθόλου ενδείξεις,
ικανές να
στηρίξουν
δημόσια στο
ακροατήριο
κατηγορία σε
βάρος των ως
άνω
κατηγορουμένων,
για την πράξη
που
προαναφέρθηκε.
Επομένως, πρέπει,
σύμφωνα και με
τις διατάξεις
των άρθρων 309 παρ.
1α και 310 παρ. 1 ΚΠΔ,
να μη γίνει
κατηγορία κατά
των κατηγορουμένων
αυτών, για την
αποδιδόμενη σ'
αυτούς άνω
αξιόποινη
πράξη.
Δικαστικά
έξοδα δεν
πρέπει να
επιβληθούν,
γιατί δεν
συντρέχουν οι
προϋποθέσεις
του άρθρου 585 παρ.
1 ΚΠΔ, καθόσον η
ποινική δίωξη
ασκήθηκε
αυτεπαγγέλτως.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΕΧΟΝΤΑΣ
ΥΠΟΨΗ και τις
διατάξεις των
άρθρων 309 παρ. 1α
και 310 παρ. 1αΚΠΔ.
ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ
να μη γίνει
κατηγορία κατά
των κατηγορουμένων
: α) Αριστείδη
Πουλιανού του
Νικολάου, κατοίκου
Πετραλώνων Ν.
Μουδανιών
Χαλκιδικής και
β) Νικολάου
Πουλιανού του
Αριστείδη,
κατοίκου
Αθηνών, οδός
Δαφνομήλη 5-7,
Εξάρχεια, για
την πράξη της
διενέργειας
ανασκαφής με
σκοπό την
ανεύρεση ή την
αποκάλυψη
αρχαίων μέσα
σε
αρχαιολογικό
χώρο και από
υπαίτιο, που
επιχειρεί
τέτοιες
πράξεις κατ’
επάγγελμα και
κατά συνήθεια,
από κοινού κατ’
εξακολούθηση
(άρθρα 1,2, 12, 13
στ, 14, 16, 17, 18, 26 παρ. 1 α, 27
παρ. 1, 45, 51, 52, 60, 63, 65, 79, 98 ΠΚ
και 61 παρ. 1, 2 Ν. 3028/2002)
που φέρονται
ότι τέλεσαν
στα Πετράλωνα
Χαλκιδικής
κατά το
χρονικό
διάστημα από 23.05.2005
έως αρχές
Οκτωβρίου 2008.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ
και ΕΓΙΝΕ στη
Θεσσαλονίκη
στις 21 Ιουλίου 2011
και ΕΚΔΟΘΗΚΕ
στον ίδιο τόπο
στις 20/9/2011.
Η
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ