Προς την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας, Χρήστου Λαδά 2 , 22-6-1990/ 850 (όπου, για συντομία, παραλείπονται όσα ήδη έχουν προαναφερθεί):

 

Ύστερα από τη συλλογική συζήτηση της 21-6-90, που διεξήχθη ανάμεσα στο επιστημονικό προσωπικό της Υπηρεσίας μας με προτροπή της Προϊστάμενης Εφόρου κ. Ε. Πρωτονοταρίου - Δεϊλάκη, σχετικά με τις συμπληρωματικές προτάσεις μας για τον νέο Οργανισμό του ΥΠΠ0, σας παρακαλώ να ληφθούν υπ’ όψη τα κάτωθι:

 

Ως γνωστόν η Υπηρεσία μας έχει ανάγκη από επιστήμονες που πρέπει να μπορούν να συνεργάζονται σε διαφορετικές και ταυτόχρονα συγγενείς ειδικότητες. Ο κοινός στόχος της προστασίας, κατά κύριο λόγο, καθώς και αρμοδιότητες σχετιζόμενες με την έρευνα - μελέτη του παραμελημένου παλαιοανθρωπολογικού οστεολογικού υλικού της Επικράτειας, εντός και εκτός σπηλαίων, είναι ο άξονας - γνώμονας της πρότασης της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος (βλ. συν. 1/ 2- 1-1990), για τη δημιουργία Διεύθυνσης Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας, όπου με τον όρο Παλαιοανθρωπολογία (παύλα) Σπηλαιολογία νοείται μια Υπηρεσία που έχει ανάγκη από τις σπηλαιολογικές τεχνικές εξερεύνησης στην επιτέλεση του έργου της.

 

Έτσι κοινός τόπος των ανθρωπολόγων και των αρχαιολόγων της Υπηρεσίας Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας είναι τα σκελετικά ανθρώπινα υπολείμματα που μελετούν οι πρώτοι, σε σχέση με ταφικά έθιμα και άλλα πολιτισμικά στοιχεία που μελετούν οι δεύτεροι. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση των σπηλαίων όπου ο διαχωρισμός είναι βιο-χρονικός. Όταν πρόκειται για εποχές που αφορούν τον σύγχρονο άνθρωπο (Homo sapiens) είναι προκαταρκτικά αρκετό να ασχολείται με το ζήτημα Αρχαιολόγος, ενώ με τα προηγούμενα στάδια ανάπτυξης είναι πιο ενδεδειγμένο να επιλαμβάνεται Παλαιοανθρωπολόγος. Οπωσδήποτε και οι δύο επιστήμες εντάσσονται στις αρμοδιότητες του ΥΠΠΟ, όσον αφορά την προστασία της πολιτισμικής κληρονομιάς. Διεθνώς όμως, προέχει η έρευνα για τις απώτερες εποχές του γένους των Ανθρώπων, για τον απλούστατο λόγο ότι όσο παλαιότερα ερευνούμε τόσο αραιώνουν και οι πληροφορίες που διαθέτουμε.

   

Εξετάζοντας το αντικείμενο σφαιρικότερα, η Σπηλαιολογία αφ' εαυτού σαν επιστήμη δεν υπάρχει και με τον όρο υποδηλώνεται συνήθως η ερασιτεχνική ενασχόληση. Αυτή μετατρέπεται σε επιστημονική όταν συνοδεύεται από εξειδικευμένο επιστημονικό αντικείμενο όπως Ανθρωπολογία, Αρχαιολογία, Γεωλογία, αλλά και Βιοσπηλαιολογία, Ιατρική, Φυσική, Χημεία, κλπ. Για να αναπτυχθούν όλες αυτές οι δραστηριότητες εντός ΥΠΠΟ δεν υπάρχει ούτε η δυνατότητα (υποδομή) ούτε η σκοπιμότητα. Αυτό γιατί στη χώρα μας με τα 15.000 και πλέον σπήλαια υπάρχει μεγάλο πρόβλημα προστασίας, πόσο μάλλον της καθολικής έρευνας και μελέτης τους.

 

Εφ’ όσον χρειάζεται, για λόγους που θα καλύπτονται υπηρεσιακές ανάγκες, είναι δυνατήη συνεργασία και με άλλους φορείς, όπως ΙΓΜΕ, EOT, Παν/μια, Σωματεία κλπ. Ως προς αυτό το ζήτημα το πιο χρήσιμο μελλοντικά θα ήταν η διερεύνηση των νομικών και επιστημονικών δυνατοτήτων όλων των ως άνω φορέων, στα πλαίσια ενός συντονισμένου προγράμματος αλληλοϋποστήριξης. Μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του ΥΠ.ΠΟ. και της Υπηρεσίας μας είναι οπωσδήποτε απαραίτητη η παρουσία ειδικοτήτων της Γεωλογίας, που οι Γεωλόγοι της Εφορείας μπορούν να αναπτύξουν χωριστά. Είναι όμως προφανές ότι πρέπει να έχουν υδρογεωλογική - καρστική κατεύθυνση σπουδών και δεν ωφελεί να είναι π.χ. Γεωλόγοι - Σεισμολόγοι. Το ίδιο ισχύει και για τους Ανθρωπολόγους της Υπηρεσίας Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας, που δεν μπορεί να είναι εξειδικευμένοι στην Γενετική (μοριακή βιολογία) του Ανθρώπου ή τους Αρχαιολόγους στο λατινικό αλφάβητο. Ευνόητο είναι ότι χωρίς τα τμήματα Τοπογράφησης και Συντήρησης δεν είναι δυνατόν να φέρει σε πέρας το έργο της η Υπηρεσία, υπό τη νομικά κατοχυρωμένη καθοδήγηση των βασικών τμημάτων με Προϊσταμένους αντίστοιχα Παλαιοανθρωπολόγου (και μόνον), Αρχαιολόγου, Γεωλόγου, Τοπογράφου και Συντηρητή.

 

Η μέχρι σήμερα πρακτική που ακολουθήθηκε ανάπτυξε υπερτροφικά κατά τη γνώμη μου το αρχαιολογικό πεδίο της Υπηρεσίας μας, λίγο έως αρκετά το γεωλογικό - σπηλαιολογικό (με την αθλητική και σχεδιαστική δραστηριότητα) και ελάχιστα έως καθόλου το παλαιοανθρωπολογικό. Το γεγονός ότι αναπτύχθηκαν αρχαιολογικοί τομείς πολύ απομεμακρυσμένοι από την πρωταρχική μας αποστολή όπως π.χ. της Αρχαιοζωολογίας, δεν υποβάθμισε μόνο την ανάπτυξη της Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας, αλλά εστέρησε επίσης και τις άλλες Αρχαιολογικές Εφορείες από την παροχή των βασικά αναμενόμενων από εμάς ειδικών γνώσεων.

 

Προσπάθειες που καταβλήθηκαν για επικάλυψη έργου άλλων Υπηρεσιών (Κλασσικών και Βυζαντινών - ναοί και εκκλησίες σε σπήλαια κ.λ.π.) δεν μπορούν να θεωρηθούν ειδικού χαρακτήρα, τέτοιες που να ξεφεύγουν από τις αρμοδιότητες των τοπικών Εφορειών. Αυτό διότι οι θρησκευτικές λατρείες σε σπήλαια γίνονταν κοντά στις εισόδους τους, έτσι που δεν χρειάζεται ειδική κατάρτιση για την μελέτη τους και πρέπει να εντάσσονται στα προγράμματα των τοπικών Εφορειών. Εξάλλου, πολλές επιτυχημένες αρχαιολογικές ανασκαφές σπηλαίων ήδη πραγματοποιούνται για πολλά έτη από Αρχαιολόγους άλλων Υπηρεσιών. Εκείνο που νομίζω ότι προέχει σήμερα είναι να αναπτυχθούν πρώτα οι βασικές μας κατευθύνσεις και αργότερα αν είναι εφικτό αναπτύσσονται και οι υπόλοιποι τομείς.

 

Από την άλλη η Παλαιοντολογία ή η Παλαιοβοτανική στην Υπηρεσία  μας  μπορεί  να  νοείται  μόνο  σε  συνάρτηση  με  την  εξαγωγή  συμπερασμάτων   για   τα παλαιοανθρωπολογικού ενδιαφέροντος ευρήματα. Διότι ένα πρόγραμμα προστασίας όλων των παλαιοντολογικών - παλαιοβιολογικών ευρημάτων της Χώρας θα απαιτούσε αφ' εαυτού μια επιπλέον Υπηρεσία στελεχωμένη με πάνω από 50 υπαλλήλους. Σε οποιαδήποτε περίπτωση και ανεξάρτητα από το αν θα εξευρεθούν τα μέσα, σαν προοπτική η Υπηρεσία μας πρέπει, αφού αναπροσδιοριστεί σχετικά με τις προτεραιότητες των δραστηριοτήτων της, να αναβαθμιστεί με όλα τα τμήματά της, σε ανεξάρτητη Διεύθυνση.

 

Ανάμεσα στις 12 Διευθύνσεις του Άρθρου 1: Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων, Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Αρχείου Μνημείων και Κτηματολογίου, Αρχαιολογικών Εκθέσεων και Δραστηριοτήτων, Ιστορικής και Λαογραφικής Κληρονομιάς, Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης, Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Αναστήλωσης Νεωτέρων Μνημείων, Μελετών Μουσείων και Νέων Έργων, Εκτέλεσης Έργων Μουσείων και Νέων Έργων, Πολιτιστικής Κίνησης και Συνεδρίων, μπορεί να δημιουργηθεί και η Διεύθυνση Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας εάν ληφθούν υπ’ όψη οι 63 Εφορείες και οι 30 Αρχαιολογικές Υπηρεσίες εσωτερικού και εξωτερικού.

 

Στην παρούσα φάση υπάρχουν τρεις εναλλακτικές λύσεις:

 

Α) Να ακολουθηθεί η πρωταρχική εισήγηση για Διεύθυνση κυρίως παλαιοανθρωπολογικού περιεχομένου και τα περαιτέρω ανάλογα με τις δυνατότητες στελέχωσης και εξοπλισμού της, που εξασφαλίζει και τα αμεσότερα αποτελέσματα.

 

Β) Να διαχωριστούν τα τμήματα πάντα της ανεξάρτητης Διεύθυνσης σε τρία βασικά, με τα υλικά κοινά και νομοθετικά κατοχυρωμένη την ίση κατανομή χώρων, εργαστηρίων, βοηθητικού προσωπικού, κονδυλίων και πιστώσεων από αρχής της Υπηρεσίας: 1) Παλαιοανθρωπολογικό, προστασία, ανασκαφή, μελέτη παλαιοανθρωπολογικού υλικού, 2) Αρχαιολογικό, σε συντονισμό με τις υπόλοιπες Αρχαιολογικές Υπηρεσίες, αρμοδιότητα σε αρχαιολογικού ενδιαφέροντος σπήλαια, 3) Σπηλαιολογικό, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας εξερεύνηση σπηλαίων και επείγουσες γεωλογικές μελέτες σε συνεργασία με υπάρχοντες φορείς, όπως Παν/μια, EOT, Σωματεία, κλπ.

 

Γ) Να ανεξαρτητοποιηθεί η Διεύθυνση της Παλαιοανθρωπολογίας με μόνες αρμοδιότητες τη διάσωση και μελέτη του ανθρώπινου οστεολογικού υλικού και διενέργεια των προνεολιθικών ανασκαφών.

 

Με το 706/ 29-6-1990 προσχέδιο (μια και ακολούθησαν και άλλα έγγραφα) της Προϊσταμένης της Εφορείας γίνεται πράγματι μια προσπάθεια βελτίωσης του Νόμου, όπου είναι εμφανείς οι επιρροές των πάρα πάνω προτάσεων. Παρ’ όλα αυτά και παρά τις προτεινόμενες διορθώσεις, όπως αυτές εμφανίζονται για οικονομία χώρου επί του 706, δεν ξεκαθαρίζονται πάλι και δεν αντιμετωπίζονται οι ανάγκες της Υπηρεσίας, ιδίως ό,τι αφορά τον εξοπλισμό, τους εργαστηριακούς χώρους και της αρμοδιότητας του Τομέα της Παλαιοανθρωπολογίας εντός της Υπηρεσίας.

Έτσι ακολουθούν (αρχές Ιουλίου 1990) για διάλογο συμπληρωματικές προτάσεις (άνευ πρωτοκόλλου δικές μου, αλλά και των Γεωλόγων της Εφορείας, βλ. συνημμ.). Αυτές είναι φανερό ότι λαμβάνονται υπ' όψη προς το θετικότερο (βλ. έγγραφο 1-12-1990), χωρίς όμως και πάλι να απαλύνουν τις ελλείψεις ως προς τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων της Παλαιοανθρωπολογίας.

 

Ωστόσο, μέχρι την άνοιξη του επόμενου έτους (1991) προωθούνται ο διάλογος με πρακτικά (πρβλ. σύσκεψη 28-3-1991) και ο προγραμματισμός δράσης του Τομέα της Παλαιοανθρωπολογίας. Αυτά διακόπτονται ξαφνικά, εξ' αιτίας, ανάμεσα στα άλλα, μιας επιπλοκής του υπ' αριθμόν 1 θέματος αρμοδιότητας, αλλά ταυτόχρονα και του πλέον ακανθώδους προβλήματος, που αντιμετωπίζει η Εφορεία, αυτό του Σπηλαίου Πετραλώνων (βλ. χωριστή ενότητα).

 

Εντωμεταξύ όμως μού είχε ήδη επιτραπεί η συνεννόηση με Εφόρους τοπικών Εφορειών (π.χ. Άργους, Λέσβου) και για να μην αθετήσω το λόγο μου, αναγκάστηκα (διότι ήταν αδύνατον διαφορετικά) να μεταβώ εκεί με δικά μου έξοδα και από την άδειά μου. Ιδίως στη Μυτιλήνη, χωρίς έστω έναν βοηθό από την Υπηρεσία μου, αλλά με 15 εκπαιδευόμενους ανέργους, τους οποίους διέθεσε η Τοπική Εφορεία, ταυτόχρονα με την εκπαίδευση, επιτεύχθηκε εντός δύο εβδομάδων καθαρισμός, συντήρηση, καταγραφή και ταξινόμηση, φωτογράφηση και ασφαλής αποθήκευση 50 περίπου ανθρώπινων σκελετών, 5 εκ των οποίων πρόλαβα να μελετήσω. Αυτή η περίπτωση δείχνει αρκετά καθαρά τον ασφυκτικό έλεγχο που, όχι προς όφελος της Υπηρεσίας, ασκείται από τον Αρχαιολόγο Προϊστάμενο επί των κινήσεων του Παλαιοανθρωπολόγου, τη στιγμή μάλιστα που γίνεται προσπάθεια εξυπηρετήσεως του έργου Αρχαιολόγων άλλων Εφορειών. Οπωσδήποτε πέρα από την προσωπική μου προσπάθεια της μέγιστης δυνατής απόδοσης, προκύπτει και το πρόβλημα της ευθύνης για την διάσωση του ανθρωπολογικού οστεολογικού υλικού, την οποία (ευθύνη), λόγω πείρας και ειδικότητας φέρω ως Παλαιοανθρωπολόγος, τουλάχιστον στα μάτια των τοπικών Αρχαιολόγων, και όχι ο από τον Νόμο Προϊστάμενος. Αυτήν όμως την ευθύνη μού είναι αδύνατον να την επωμιστώ υπηρεσιακά, τη στιγμή που δεν μου παραχωρούνται οι σχετικές άδειες και οι διευκολύνσεις από πλευράς Υπηρεσίας.

 

Έκτατε (με εξαίρεση μία αναλαμπή το 1992) η Εφορεία τελεί πλέον σε ένα ετερόκλιτο καθεστώς, κυρίως υποβάθμισης, στα πλαίσια δηλαδή ενός διαλόγου - διελκυστίνδας, που όλο ανέβαλε την πραγματική αναβάθμιση της Υπηρεσίας ή έστω τη δυνατότητα πλήρους απασχόλησης του Παλαιοανθρωπολόγου της. (Σε σχετικές προφορικές παρατηρήσεις, μού εδόθη η απάντηση ότι αφού ο Οργανισμός δεν έχει αλλάξει ακόμη, η Υπηρεσία θα λειτουργεί όπως ο σημερινός Νόμος ορίζει, κάτι που βέβαια δεν αντιμετώπιζε το υπάρχον πρόβλημα). Για παράδειγμα, η άδεια μελέτης που μού χορηγείται για το νεολιθικό παλαιανθρωπολογικό υλικό της Ελλάδας (ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α3/46059/482/ 20-11-1990), δεν προωθείται διότι τα εκτός έδρας χρήματα διατίθενται σε άλλες προτεραιότητες, όπως και αυτά για το βοηθητικό προσωπικό και ούτω καθεξής, με αποτέλεσμα σε μία από τις έντονες απορίες μου (990/ 13-8-1991) να εκφράζεται:

 

...Σας παρακαλώ να εξετασθεί υπηρεσιακώς κατά πόσον η αρνητική στάση (παρεμπόδιση στη διάσωση, μελέτη, προσφορά έργου κ.τ.λ.), έναντι των ειδικευμένων στην Ανθρωπολογία υπαλλήλων της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας, οφείλεται σε κακώς εννοούμενη συναδελφική αλληλεγγύη για τη μη αποκάλυψη της ακριβούς έκτασης των καταστροφών που έχουν υποστεί οι ανθρώπινοι σκελετοί στους κόλπους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τυγχάνει η Προϊσταμένη να συγκαταλέγεται στις περιπτώσεις των σχετικών εξαιρέσεων (ότι δηλ. τους διέσωζε);

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ