ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΠΕΤΡΑΛΩΝΩΝ

(Μετάφραση από το σχετικό κεφάλαιο της διδακτορικής διατριβής του Νίκου Α. Πουλιανού: «Το σπήλαιο και ο άνθρωπος των Πετραλώνων - La grotta e l΄ uomo di Petralona», Σεπτ. 1995, εκδ. Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου Φλωρεντίας).

ΟΙ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ

     Πριν αναπτυχθεί η συζήτηση σχετικά με τη στρωματογραφία, είναι αναγκαίο να γίνει μία σύντομη ιστορική αναδρομή των ερευνών και των εργασιών που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα στο σπήλαιο Πετραλώνων, για να γίνει φανερή η αλληλουχία των γεγονότων, τα οποία επέτρεψαν τη συλλογή των επιστημονικών πληροφοριών που έκρυβαν τα ιζήματά του.
Όπως προαναφέρθηκε, τα πρώτα απολιθώματα που βρέθηκαν ήταν δύο δόντια ζώων που απέστειλε η Κοινότητα Πετραλώνων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Κατά τις εξερευνήσεις που ακολούθησαν από τον Ι. Πετρόχειλο (1959, 1960α), συνελέγησαν επιπλέον διάφορα οστά, για τα οποία όμως είναι άγνωστος ο ακριβής αριθμός, η θέση ανεύρεσης και ο σημερινός χώρος φύλαξής τους.
      Επόμενες εργασίες έλαβαν χώρα εκ μέρους του Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Αυτό προκύπτει από τον Πρόλογο του 9ου τόμου του Ι.Γ.Ε.Υ. (Ινστιτούτου Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους, σημερινό Ι.Γ.Μ.Ε.), όπου ο τότε Γενικός Διευθυντής, Δρ. Κ. Ζάχος (1964) αναφέρει: "Εν συνεχεία της ανευρέσεως του κρανίου του Παλαιοανθρώπου... διενεργήθηκαν συστηματικαί μελέται και ανασκαφαί του σπηλαίου υπό του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το δε ούτως εξαγχθέν παλαιοντολογικόν υλικόν επεξειργάσθη ο καθηγητής κ. Α. Κανέλλης... Εξάλλου η Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία συνεχίζει τας ερεύνας της εις το ενδιαφέρον τούτο σπήλαιον. Κατά το έτος 1962 ο γεωλόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Γ.Ε.Υ. κ. Γ. Μαρίνος συνέχισε τας ανασκαφάς εις το σπήλαιον... και ανέθεσεν εις τον ειδικόν επί των θηλαστικών του Πλειστοκαίνου καθηγητήν O. Sickenberg του Ανοβέρου, όστις είναι από μακρού συνεργάτης του Ι.Γ.Ε.Υ., την μελέτην του συγκεντρωμένου εις το εργαστήριον Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης παλαιοντολογικού υλικού".
     Την διενέργεια ανασκαφών βεβαιώνει και ο Sickenberg (1964), ο οποίος όμως αντίθετα από τον Ζάχο (1964) μνημονεύει σχετικά τους καθηγητές Π. Κόκκορο και Α. Κανέλλη, ενώ ο ίδιος ο Μαρίνος (1965) αναφέρει ότι μία σειρά από ανασκαφές πραγματοποίησε ο Πετρόχειλος.
      Ανεξάρτητα πάντως από τις πάρα πάνω αντιφατικές πληροφορίες, οι ίδιοι οι Ι. Πετρόχειλος, Π. Κόκκορος, Α. Κανέλλης και Γ. Μαρίνος, ουδέποτε αναφέρθηκαν στις δημοσιεύσεις τους σε συστηματικές ανασκαφές. Έτσι παραμένει αδιευκρίνιστο τι ακριβώς συνέβη την περίοδο 1959-1962, παρόλο που το θέμα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, κυρίως ό,τι αφορά το συσχετισμό των απολιθωμάτων που είχαν περισυλλεγεί με τα ιζήματα του σπηλαίου.

Γεγονός όμως είναι ότι τα αποτελέσματα των υποτιθέμενων αυτών ανασκαφών ουδέποτε δημοσιεύθηκαν, ενώ ακόμη λιγότερα είναι γνωστά για τις τεχνικές που εφαρμόσθηκαν. Σχετικά, μπορεί να παρατεθεί μία φωτογραφία (αρ. 9.27, τοπογραφική στάση 136, χώρος εξωτερικού Μαυσωλείου, από ανατολικά προς τα δυτικά, σχ. 7.6), του Ι. Πετρόχειλου (1960α), στην οποία διακρίνονται δύο εργάτες σε μία προσπάθεια "εξερεύνησης", πάντως όχι με τις πιο σύγχρονες μεθόδους, των σπηλαιοαποθέσεων.

Κάτω από αυτήν την φωτογραφία ο Ι. Πετρόχειλος (1960α) αναγράφει: "Διαμέρισμα ευρέσεως οστών" και οπωσδήποτε όχι ανασκαφών. Στο τέλος του ίδιου άρθρου καταλήγει: "Εκ του ανασκαφέντος προχείρως ανωτέρω οστεοφόρου κοιτάσματος... συμπεραίνεται ότι εντός του σπηλαίου υπάρχει μέγας αριθμός οστών... Δια το Ι.Γ.Ε.Υ. το σπήλαιον έχει ανάγκη ιδιαιτέρας προσοχής, διότι θα είναι δυνατόν να εξαχθούν εξ' αυτού δι' ανασκαφών πολλά τέλεια δείγματα, της πανίδος της μεσοτεταρτογενούς εποχής, τα οποία δεν υπάρχουν στα Μουσεία της Ελλάδος. Προς τούτο είναι αρκετή η παρακολούθησις τοιούτων ανασκαφών υπό γεωλόγου επί 10 ημέρας με ένα ή δύο εργάτας λαμβανομένους εκ των κατοίκων της περιοχής.

Για το ίδιο θέμα η πιο λεπτομερής (αλλά όχι και ικανοποιητική) περιγραφή των εργασιών που έγιναν τα έτη 1959-1962, προέρχεται από τους Κόκκορο και Κανέλλη (1960): "Στο πιο εσωτερικό άκρο του σπηλαίου (σχ. 7.2) και στο χαμηλότερο σημείο του δαπέδου του, απαντάται ερυθρογή μετά κατεστραμμένων οστών. Αυτά τα οστέινα τμήματα είναι συνήθως σαθρά, σε κακή κατάσταση και ανακατεμένα με ερυθρογή χωρίς τάξη. Από ένα τέτοιο ανακάτεμα είναι εύκολο να αποσπαστούν μεγάλα τμήματα οστών ακόμα και σε καλή κατάσταση, όπως αστράγαλοι, σπόνδυλοι και δόντια... Βρήκαμε επίσης δύο καλοδιατηρημένα κρανία άρκτων σε μία απόσταση 18 περίπου μέτρων απ' όπου είχαν βρεθεί τα οστά εντός του διαδρόμου που έχει φραχθεί από κεκλιμένα χώματα, τα οποία φτάνουν έως την οροφή του σπηλαίου". Στο ίδιο πνεύμα ο Κανέλλης (1962) αποφαίνεται: "Οι ανασκαφές που έγιναν στο θάλαμο που βρέθηκε το κρανίο, καθώς και σε άλλα μέρη της σπηλιάς, έδειξαν ότι σ' ένα ορισμένο τμήμα της βρίσκονται συγκεντρωμένα πολλά οστά διαφόρων ζώων, που μόνο με συστηματικές έρευνες μπορούν να αποκαλυφθούν".
      Παρομοίως, η Τσουκαλά (1989, σ. 7, & 3), σε διδακτορική διατριβή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αναφέρει ότι παλαιοντολογικές ανασκαφές πραγματοποίησαν οι προαναφερόμενοι καθηγητές, παρόλο που η ίδια (σ. 13, & 4 και σ. 342 - 344) παραδέχεται ότι το παλαιοντολογικό υλικό που μελέτησε είχε περισυλλεγεί (και όχι ανασκαφεί) από την επιφάνεια του σπηλαίου. Προφανώς αυτός είναι ο λόγος που είναι άγνωστη η θέση (και το στρώμα) προέλευσης των περισσότερων ευρημάτων που μελέτησε στη διατριβή της.
       Έτσι, από τη διερεύνηση της βιβλιογραφίας, αλλά και των αρχείων του Υπουργείου Πολιτισμού, είναι φανερό ότι το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ουδεμία συστηματική ανασκαφή πραγματοποίησε στο σπήλαιο Πετραλώνων. Αυτό έγινε δυνατό μόνο από τον ανθρωπολόγο Δρ. Α. Πουλιανό, ο οποίος από την στιγμή πού βρέθηκε το ανθρώπινο κρανίο έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον με τη δημοσίευση σχετικών μελετών (Α. Poulianos 1961, 1963) και ήλθε σε επαφή με τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μέλη της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας (Ε.Σ.Ε.), με το σκοπό να πληροφορηθεί με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες πάνω στις προηγούμενες επιφανειακές έρευνες.
        Το 1965 ο Α. Πουλιανός επέστρεψε στην Ελλάδα ύστερα από σπουδές και έρευνες στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας και πραγματοποίησε την πρώτη του αυτοψία στο σπήλαιο Πετραλώνων, κατά την οποία ξενάγησε τον φιλοξενούμενό του καθηγητή Ph. Tobias. Όπως αναφέρει αργότερα (Α. Πουλιανός 1982), είχε υποπτευθεί αμέσως ότι τα ιζήματα του σπηλαίου παρουσιάζονται σε μία στρωματογραφική διάταξη, η οποία δεν είχε επισημανθεί προηγούμενα, κυρίως στο τμήμα του σπηλαίου που είχε βρεθεί το ανθρώπινο κρανίο και ότι έτσι δεν ευσταθούσε η άποψη των Kokkoros & Kanellis (1960) και Μαρίνου και λοιπών (1965) ότι αυτό είχε παρασυρθεί στο χώρο του Μαυσωλείου από βρόχινα ή άλλα ύδατα.
       Τον ίδιο χρόνο (1965) ο Α. Πουλιανός γίνεται μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας (επί προεδρίας του καθηγητή Ι. Κούμαρη), ενώ είχε ήδη τιμηθεί με το βραβείο "Κούμαρη" για τη διδακτορική του διατριβή "Η Προέλευση των Ελλήνων" (1962). Επίσης, αναλαμβάνει θέση επιστημονικού σύμβουλου στο Υπουργείο Συντονισμού και μετέχει στη Διοικούσα Επιτροπή του Πανεπιστημίου Πατρών.
        Τον επόμενο χρόνο (1966) εκλέγεται αντιπρόεδρος της Ε.Σ.Ε. και δεδομένης της έλλειψης κάθε ενδιαφέροντος από κρατικής πλευράς, αναλαμβάνει την ευθύνη να προετοιμάσει περαιτέρω εξερευνήσεις του σπηλαίου Πετραλώνων και κυρίως τη διοργάνωση συστηματικών ανασκαφών. Η πραγματοποίησή τους όμως καθυστέρησε εξαιτίας του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1967 και μόνο την άνοιξη του 1968 κατόρθωσε, παρόλο που ο Α. Πουλιανός είχε απομακρυνθεί από κάθε κρατική θέση, να διενεργήσει την πρώτη συστηματική ανασκαφή σαν αρχηγός αποστολής της Ε.Σ.Ε., με άδεια που είχε δοθεί στην ίδια Εταιρεία από την Νομαρχία Χαλκιδικής (βλ. Α. Πουλιανός 1968, 1971, Α. Πετροχείλου 1972).
         Στα πλαίσια προγράμματος βασικής σπηλαιολογικής εκπαίδευσης, ανάμεσα σε άλλες αποστολές (βλ. Α. Πουλιανός 1974), έλαβα μέρος και σε αυτή του 1968, μετέχοντας σε διάφορες ελαφριές βοηθητικές εργασίες των ανασκαφών, καθώς και στην εξερεύνηση σχισμών και υπόγειων στοών, ιδίως στις περιπτώσεις που αυτό ήταν αδύνατο για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Αυτή ήταν και η αρχική μου επαφή με το χώρο του σπηλαίου Πετραλώνων.
         Η πρώτη δοκιμαστική ανασκαφή ονομάσθηκε Τομή 'Άλφα και πραγματοποιήθηκε στη μικρή Αίθουσα του Θεόφραστου (30 περίπου τ.μ. εμβαδόν και 4-6 μ ύψος), η οποία βρίσκεται ανατολικά και σε συνέχεια με την Αίθουσα του Αριστοτέλη. Η επιλογή αυτής της Αίθουσας έγινε με τα εξής κριτήρια: α) βρίσκεται στη βάση του κώνου των ιζημάτων που προέρχονται από την κύρια παλαιά φυσική είσοδο του σπηλαίου και β) το σταλαγμιτικό της δάπεδο είχε παραμείνει αδιατάραχτο από τις εξερευνήσεις των προηγούμενων ετών.
        Η μεταφορά των ιζημάτων για πλύσιμο και των ευρημάτων για συντήρηση, από την Τομή Άλφα έως την παλαιά (πρώτη τεχνητή) είσοδο του σπηλαίου, γινόταν χάρη σε μία αλυσίδα 40 περίπου εργατών.
        Η ανασκαφή αυτή, διάρκειας ενός περίπου μηνός, διακόπηκε απότομα και με δικτατορικό τρόπο. Αμέσως ο Α. Πουλιανός προχώρησε σε ανακοίνωση Τύπου (βλ. ΜΜΕ 18, 19 Απριλίου 1968) επί των προκαταρκτικών αποτελεσμάτων των ερευνών, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Archaeology (A. Poulianos 1971). Λίγα χρόνια αργότερα έγινε γνωστό (βλ. "Απογευματινή" της 29-6-1972) ότι ήταν ο τότε Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων και Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Σ. Μαρινάτος, που έδωσε την εντολή να διακοπούν οι ανασκαφές και να κλείσει το σπήλαιο με την αιτιολογία ότι ο Πουλιανός ενοχλούσε με τις εργασίες και τις ανακοινώσεις του την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Τις ίδιες μέρες (βλ. "Ελληνικός Βορράς" της 22-6-1972) ο Υπουργός Β. Ελλάδος συνταγματάρχης Ν. Γκαντώνας, δήλωνε ότι οι έρευνες θα συνεχιστούν από τον καθηγητή της Γεωλογίας Ι. Μελέντη, παρόλο που αυτός είχε μόλις μετατεθεί στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με το σπήλαιο. Σύντομα όμως η χούντα έπεσε (1974) και ο Ι. Μελέντης ουδέποτε κατόρθωσε να προχωρήσει σε ανασκαφές, παρόλο που ακόμα και μετά την πτώση της δικτατορίας προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποκτήσει την κυριότητα των ερευνών στα Πετράλωνα (βλ. επιστολές του καθ. R. Protch 'Άνθρωπος 1983, 1986). Από τα πάρα πάνω είναι φανερό ότι η αναφορά της (αναπληρώτριας σήμερα καθηγητή) κ. Τσουκαλά (1989, σ. 7, & 3), που υποστηρίζει ότι πριν τις ανασκαφές του Α. Πουλιανού σε επιφανειακές περισυλλογές οστών προέβη και ο Ι. Μελέντης, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια.
       Εν τω μεταξύ (1968/69) εξαιτίας πάντα της πολιτικής κατάστασης, ο Α. Πουλιανός υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Ε.Σ.Ε., ύστερα από αίτημα της προέδρου της Α. Πετροχείλου, με την αιτιολογία ότι διαφορετικά ετίθετο σε κίνδυνο η λειτουργία της Εταιρείας. Σχεδόν ταυτόχρονα με δικαστική απόφαση, διαλύθηκε η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία με διάφορες αιτιάσεις. Έτσι τα παλαιά μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου ένοιωσαν την υποχρέωση να δημιουργήσουν το 1970/1 την Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος (Α.Ε.Ε.) και εξέλεξαν Πρόεδρο τον Α. Πουλιανό.
      ΠΠεριέργως μετά την πτώση της Δικτατορίας, το 1976, ο προαναφερθείς καθηγητής Ι. Μελέντης προχώρησε στην "ανασύσταση" υπό την προεδρία του της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας, με βάση ένα Νόμο της Βουλής για την αποκατάσταση των επί Χούντας αδικηθέντων, χωρίς να διαθέτει ούτε έναν Ανθρωπολόγο ανάμεσα στα μέλη του και παρόλο που ουδέποτε είχε διωχθεί από τη χούντα, παραμένοντας όλα τα χρόνια καθηγητής του Παν/μίου Θεσσαλονίκης.
        Με το τέλος της δικτατορίας ο Α. Πουλιανός, ως πρόεδρος της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος, και με άδειες ανασκαφών του Υπουργείου Πολιτισμού, αναλαμβάνει το 1974 τη συνέχιση των ερευνών στα Πετράλωνα μέχρι το 1983, όταν αυτές πάλι για λόγους όχι ακριβώς επιστημονικούς διακόπτονται για δεύτερη φορά (βλ. Ν. Πουλιανός 1985). Σήμερα το μέλλον τους εξαρτάται από το πότε θα εφαρμοσθούν τελικά οι Αποφάσεις του Αρείου Πάγου που δικαίωσαν (1994,1996) την Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος στη δωδεκαετή αντιπαράθεσή της με τα Υπουργεία Πολιτισμού και Τουρισμού.
       'Όσον αφορά τις εργασίες της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος στα Πετράλωνα, παρατίθεται η πάρα κάτω συνοπτική εικόνα για τα έτη 1974-1983 (βλ. επίσης τόμους "'Άνθρωπος"):

1974-5: Επανάληψη των ανασκαφών στην Τομή 'Άλφα, λόγω του ότι πολλά δεδομένα είχαν χαθεί κατά την προηγούμενη απότομη διακοπή των ερευνών του 1968. 'Έτσι ανασκάφηκε 1-2 μ. δίπλα στην Τομή Άλφα 1 η Τομή Άλφα 2. Για την ευκολότερη πρόσβαση στο εσωτερικό του σπηλαίου διανοίχτηκε μία γαλαρία μήκους 100 περίπου μ. (σχ. 10), ενώ για την προστασία του μικροκλίματος τοποθετήθηκαν κάθε 30 περίπου μέτρα τρεις ενδιάμεσες θύρες. Επίσης, μέσα σε αυτή τη γαλαρία τοποθετήθηκαν ράγες και ένα βαγονέτο, τόσο για την εξυπηρέτηση των ανασκαφών στη μεταφορά των ιζημάτων για πλύσιμο και κοσκίνισμα έξω από το σπήλαιο, όσο και για τη μεταφορά στο εσωτερικό υλικών που χρησίμευσαν στην τοποθέτηση κατάλληλων διαδρόμων για τους επισκέπτες. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί οι παγκόσμια πρωτότυποι διάδρομοι δεν προξενούν βλάβη στο σταλαγμιτικό δάπεδο γιατί έχουν τοποθετηθεί εναέρια και είναι δυνατό να αφαιρεθούν ή να αποκλίνει η διαδρομή τους εντός ολίγων ημερών.

1976: Ανασκαφές στην Τομή Α-2, στην Αίθουσα του Σφαγείου, στο Βάραθρο 1 και στην Τομή Β΄, ενώ παράλληλα καταρτίστηκε και ο τοπογραφικός χάρτης του σπηλαίου. Η απουσία ύδρευσης και ηλεκτροφωτισμού στην περιοχή, κατά τη δεκαετία του '80, αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δυσκολία για τη διενέργεια των ερευνών και οι αναγκαίες ποσότητες του νερού για το πλύσιμο των ιζημάτων μεταφερόταν από τη Σωζόπολη με φορτηγά. Την δεκαετία του '90 η άντληση του νερού για τις ανάγκες της Κοινότητας και του σπηλαίου Πετραλώνων γινόταν από μία γεώτρηση 3 περίπου χλμ. νότια του σπηλαίου και από βάθος 60-70 μ., ενώ σήμερα η υδροδότηση της περιοχής γίνεται από την Κοινότητα Γαλαρινού.

Αριστερά: Ο ΄Αρης Πουλιανός επεξηγεί τμήμα της στρωματογραφίας της Τομής Β. Δεξιά: "αιωρούμενες" πέτρες δίπλα στο Μαυσωλείο συγκολλημένες με σταλαγμιτικό υλικό στο τοίχωμα του σπηλαίου, έτσι όπως βρέθηκε και το κρανίο του Αρχανθρώπου.

1977-1983: Ανασκαφές στους χώρους που προαναφέρθηκαν και στην Αίθουσα της Μεσογείου, στο Μαυσωλείο, στα Βάραθρα 2 και 3, καθώς και στις Τομές Γάμα, Δέλτα και Έψιλον. Η τελευταία Τομή έγινε στον εξωτερικό χώρο του σπηλαίου και σε αντιστοιχία με την αρχαία πλειστοκαινική είσοδό του.
       Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών το σπήλαιο Πετραλώνων ανοίγει τις πόρτες του στο κοινό
(1979), ενώ το 1981 και το Ανθρωπολογικό Μουσείο της Α.Ε.Ε., όπου το φθινόπωρο του 1982 διοργανώθηκε το 3ο Πανευρωπαϊκό και το 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ανθρωπολογίας, υπό την προεδρία του Α. Πουλιανού. Το Μουσείο αυτό διαθέτει μία χωρητικότητα άνω των 1000 τ.μ. και μαζί με άλλες εγκαταστάσεις δίνει τη δυνατότητα φιλοξενίας σε τριάντα τουλάχιστον ερευνητές, καθώς στα αρχικά σχέδια της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος συμπεριλαμβάνεται και η δημιουργία ενός Ινστιτούτου Ανθρωπολογικών Ερευνών.
        Οι παλαιοανθρωπολογικές ανασκαφές της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος πραγματοποιήθηκαν με τις πιο σύγχρονες μεθόδους. Έτσι για πρώτη φορά, όσον αφορά την εποχή του Μέσου Πλειστόκαινου, βρέθηκαν τμήματα απολιθωμένων ξύλων, ένα φύλλο πρίνου καθώς και τρίχες ζώων, περιβεβλημένα από λεπτότατη σταλαγμιτική επίστρωση. Εξάλλου, ακριβώς αυτή η λεπτομερής επεξεργασία των βιο
-χρονο-στρωματογραφικών δεδομένων χρησίμευσε να αλληλοσυσχετιστούν μεταξύ τους πολλές ευρωασιατικές ανασκαφές.
         Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι οι πάρα πάνω εργασίες επιδοτήθηκαν από τον Ε.Ο.Τ. με το ποσό των 23 εκ. δρχ., το οποίο αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος των εξόδων. Το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος καλύφθηκε από την Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος και
κυρίως από τον Πρόεδρό της Α. Πουλιανό (βλ. την 289/24-2-1987 απόφαση του Αρείου Πάγου και το περιοδικό "ΑΝΤΙ" της 25-5-1988).

1983-1997: Διακοπή των εργασιών της Α.Ε.Ε. εντός του σπηλαίου Πετραλώνων, στα μέλη της οποίας απαγορεύεται η πρόσβαση στους χώρους ανασκαφής, αλλά ακόμη και στα ευρήματά της που είναι αποθηκευμένα στα εργαστήρια του Ανθρωπολογικού Μουσείου. Για την ειρωνεία του πράγματος, ένας από τους εργαζόμενους που απολύθηκε αυτό το διάστημα ήταν και ο Χ. Σαρρηγιαννίδης που βρήκε το ανθρώπινο κρανίο. Το ίδιο χρονικό διάστημα διαπιστώθηκαν απώλειες, αλλά ακόμη και κλοπές ευρημάτων, ανασκαφικών ημερολογίων και χαρτών. Επίσης, παρατηρήθηκε το φαινόμενο των λαθραίων παρεμβάσεων στα δεδομένα των στρωματογραφικών Τομών, μέσα σε διάφορες Αίθουσες των επισκέψιμων χώρων και κυρίως της Μεσογείου και του Μαυσωλείου (σχ. βλ. Α. Πουλιανός & Ν. Πουλιανός 1988).
       Η αλληλεγγύη των Ευρωπαίων Ανθρωπολόγων, τόσο πριν (Chiarelli, 1981, Bielitski et al., 1983, Gerassimova et al., 1983), όσο και μετά τη δεύτερη διακοπή των ανασκαφών (Gray et al., 1988, Susanne et al., 1988, Henenberg, 1988), η οποία εκφράσθηκε μέσα από δημοσιεύσεις, διαμαρτυρίες ή αποφάσεις διαφόρων Πανευρωπαϊκών Συνεδρίων Ανθρωπολογίας, μαρτυρεί τη σημασία και το επιστημονικό ενδιαφέρον για τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στα Πετράλωνα. Η αλληλεγγύη αυτή βοήθησε τα μέλη της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος να βρουν το αναγκαίο κουράγιο για να ξεπεράσουν πολλά από τα εμπόδια που δημιούργησε η δεύτερη διακοπή των ερευνών, αλλά και να ευαισθητοποιηθούν ακόμα περισσότερο μπροστά στην κινητοποίηση της Διεθνούς Επιστημονικής Κοινότητας.

Σημ: Για τα έτη 1997-2009, μετά δηλαδή τη δημοσίευση της ως άνω διδακτορικής διατριβής, καθώς και την επανεγκατάσταση της Α.Ε.Ε. (1997) στο χώρο του σπηλαίου, παρατίθεται σε χωριστή σελίδα ηλ. επιστολή που απεστάλη σε όλους τους βουλευτές και πλείστα ΜΜΕ. Η επιστολή αυτή είναι ενδεικτική για την τρομερή αντίδραση που ξεσήκωσε η ανικανότητα των αντίπαλων της Α.Ε.Ε. για οποιονδήποτε διάλογο, είτε σε επιστημονικό, είτε σε διοικητικό επίπεδο, οδηγώντας τα πράγματα για άλλη μια φορά σε ένδικες διαδικασίες, που για την Α.Ε.Ε. αποτελούν ύστατο μέσο άμυνας και υπεράσπισης της ιστορικής αξίας του σπηλαίου Πετραλώνων.