ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 21 Ιουλίου 1980
Οι Αρχαιολογικοί θησαυροί μας στα νύχια των Ξένων Σχολών (εκτός από τον παρόντα ιστοχώρο, πρβλ. κ.ά, όπως)
του Τόλη Γιαννάκη
Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε τον έτσι κι αλλιώς προβληματικό χώρο της αρχαιολογίας στην Ελλάδα, όπως εμφανίζεται εδώ και 150 χρόνια, θα λέγαμε ότι διοικητικά οριοθετείται: α) Από το Υπουργείο Πολιτισμού. β) Την Αρχαιολογική Υπηρεσία. γ) Την Αρχαιολογική Εταιρία και δ) Τις Ξένες Αρχαιολογικές Σχολές και Ινστιτούτα.
Το τετράπτυχο αυτό των υπηρεσιών που κατά τεκμήριο οργανώθηκαν για να «θεραπεύουν» την εθνική μας κληρονομιά, αποδεικνύονται κάκιστοι τροφοί της, τόσο λυμφατικής άλλωστε, επιστήμης της αρχαιολογίας. Ιδιαίτερα οι ξένες σχολές (που θα μας απασχολήσουν σ’ αυτό το σημείωμα), σήμερα πια όχι μόνο δεν προσφέρουν τίποτα στο χώρο αυτό, αλλά αντίθετα έχουν αποβεί ζημιογόνες.
Πριν όμως ασχοληθούμε μ’ αυτές δυό λόγια για την Αρχαιολογική Υπηρεσία και Εταιρία.
Εκφραστής τούτη τη στιγμή της αρχαιολογίας στη χώρα μας και προστάτης των αρχαίων θησαυρών μας, παρουσιάζεται μια υπηρεσία που αποτελείται από ελάχιστους αρχαιολόγους (γύρω στους 130 μόνιμους και άλλους τόσους ημερομίσθιους με σύμβαση-εκτάκτους), οργανωμένη με καθαρό πνεύμα φεουδαρχικό, αριστοκρατικό και με τη νοοτροπία του «διαίρει και βασίλευε» (δες τελευταίες αντιδικίες που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο μεταξύ μονίμων και εκτάκτων). Ανασκαφικά ευρήματα κι αδημοσίευτο υλικό – που καταστρέφεται στις αποθήκες των μουσείων- «ανήκουν» στους μονίμους υπαλλήλους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που αρνούνται ακόμα και τη θέασή τους πολλές φορές στους άλλους μελετητές.
Ο ρόλος της Α.Υ. είναι να σκάβει, να μελετά, να συντηρεί και να προβάλλει τα μνημεία των διαφόρων εποχών, αλλά και να προστατεύει τους παραδοσιακούς οικισμούς της χώρας. Ο ρόλος βέβαια αυτός δεν εκπληρώνεται πρώτα εξ’ αιτίας της αριθμητικής ανεπάρκειας του προσωπικού (130 αρχαιολόγοι για πάνω από 10.000 μνημεία) και έπειτα για το λόγο ότι κράτος και ιδιώτες βρίσκονται σε συνεχή σύγκρουση. Αυτή τη στιγμή το κράτος χρωστάει τεράστια ποσά για απαλλοτριώσεις σε ιδιώτες οικοπέδων στα οποία εντοπίστηκαν αρχαία.
Όσο για την Αρχαιολογική Εταιρία άλλο αριστοκρατικό κύκλωμα αυτό, δεν αποτελεί κρατική υπηρεσία, όπως η Α.Υ., αλλά ένα είδος σωματείου, μέλη του οποίου μπορούν να γίνουν όσοι και όποιοι θέλουν. Συντηρείται από δωρεές, εισφορές και συνδρομές, αλλά και κρατικές επιχορηγήσεις, στοιχεία που το καθιστούν ένα πλουσιότατο οργανισμό.
Μέσα στους στόχους του είναι να δημοσιεύει ανακοινώσεις, να χρηματοδοτεί ανασκαφές, να δίνει υποτροφίες κ.λ.π. Με τέτοιες αρμοδιότητες, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η είσοδος ανθρώπων που δεν είναι αρεστοί στο συμβούλιο είναι σχεδόν αδύνατη (γνωστός έφορος αρχαιοτήτων έκανε 7 χρόνια για να γίνει μέλος της Εταιρίας). Ακόμα πρέπει να ειπωθεί ότι στην Εταιρία μετέχουν τα ίδια πρόσωπα που είναι και στην Α.Υ.
Καιρός όμως να δούμε τι γίνεται και με τις Αρχαιολογικές Σχολές, που βρίσκονται στην Ελλάδα και που κυριολεκτικά αποτελούν «κράτος εν κράτει» ως προς τις αρμοδιότητές τους πάνω στα αρχαία μας μνημεία.
Σύμφωνα λοιπόν με τον νόμο 5351 του 1932 «περί αρχαιοτήτων» οι ξένες Αρχαιολογικές Σχολές στην Ελλάδα έχουν δικαίωμα να πραγματοποιούν η κάθε μία τρεις ανασκαφές το χρόνο κάτω από τον έλεγχο και την εποπτεία των τοπικών εφόρων αρχαιοτήτων. Ακόμα είναι υποχρεωμένες να παραδίδουν κατάλογο των ευρημάτων τους μαζί με αντίγραφα ημερολογίων των ανασκαφών καθώς και όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα για φύλαξη στις αποθήκες των κατά τόπους μουσείων. Δεν υπάρχει, φυσικά, ούτε ένας αρχαιολόγος που να μη γνωρίζει πόσο δεν έχουν τηρηθεί αυτοί οι κανονισμοί.
Έχουν ακόμα την υποχρέωση να συντηρούν επί τόπου τα μνημεία που αποκαλύπτουν καθώς και τα μικροαντικείμενα που παραδίδουν στα κατά τόπους μουσεία.
Για την ιστορία πρέπει να αναφέρουμε ότι στη χώρα λειτουργούν 10 σχολές (γαλλική, αγγλική, γερμανική, αυστριακή, αμερικάνικη, ιταλική, βελγική, σουηδική, ελβετική και ολλανδική), που άρχισαν τη δράση τους, μερικές ήδη, απ’ τα χρόνια του Όθωνα.
Στην μικρή τότε Ελλάδα θεμελιώνονταν οι δεσμοί μιας εξάρτησης, που μας κρατάνε γερά και μέχρι σήμερα, ενώ από την άλλη διαθέταμε μια γη, που έκρυβε η μισοέκρυβε ανεκτίμητους θησαυρούς (Σ.Σ. η λέξη «θησαυρός» με την πραγματική της έννοια, γιατί τότε δεν έκαναν ανασκαφές για να μελετήσουν την ιστορία ενός τόπου, αλλά για να εντοπίσουν το αντικείμενο – το άγαλμα, τα χρυσά, τα ψηφιδωτά κ.λ.π.)
Μέσα σ’ αυτούς τους δυο πόλους λοιπόν πρέπει να κατανοηθεί το όλο πρόβλημα των ξένων σχολών στην Ελλάδα, που τώρα είναι ακόμα πιό πολύπλοκο «μιά και πέρασε ανεπιστρεπτί η εποχή του αρχαιολόγου – τρομερή προσωπικότητα – λίγο επιστήμονα, αρκετά τυχοδιώκτη».
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ
Οι αρχαιολόγοι μας υποστηρίζουν ότι «οι ξένες σχολές ασκούν σήμερα όπως και πάντα, μια πολιτική που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πολιτιστικός ιμπεριαλισμός, επικίνδυνος όσο τουλάχιστο και ο πολιτικός».
Και δεν έχουν άδικο. Γιατί σε τελευταία ανάλυση παρόλο που πρέπει να ομολογηθεί ότι στην πλειοψηφία τους κάνουν προσεκτικές ανασκαφές και μεθοδικές δημοσιεύσεις (πάντα στη γλώσσα τους) μια και διαθέτουν εξοπλισμό που το Κράτος στερεί από τους δικούς μας επιστήμονες, αδιαφορούν για τα μνημεία αυτά καθ’ εαυτά. Όπως όλοι γνωρίζουν, ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που ξοδεύουν χρήματα για τη συντήρηση ή αναστήλωση των μνημείων που έχουν ανασκάψει. Θεωρώντας το «αντιπαραγωγική επένδυση» αφού με τα ίδια χρήματα μπορούν να αρχίσουν νέα ανασκαφή .
Υποστηρίζεται συνήθως ότι οι ξένοι έχουν τις πιό σημαντικές ανασκαφές και ότι γι’ αυτό το λόγο στερούν τη δουλειά από τους ‘Ελληνες συναδέλφους τους, κάτι που δεν είναι μακρυά από την αλήθεια. Δελφοί, Δήλος, Άργος, Θάσος, Όλυνθος, Κνωσσός, Μάλλια, Ολυμπία, Μήλος, Κεραμεικός, Αρχαία Αγορά κ.λ.π.
Στην πραγματικότητα όμως το επιχείρημα αυτό καλύπτει την πραγματική ουσία του προβλήματος: Ότι δηλαδή υπάρχουν χιλιάδες μνημεία στην Ελλάδα, τόσοι γνωστοί και άγνωστοι τόποι, που θα μπορούσαν να δουλέψουν οι ‘Ελληνες αρχαιολόγοι, αλλά φαίνεται ότι το Κράτος περί άλλα τυρβάζει γι’ αυτό και δεν διαθέτει τις απαραίτητες πιστώσεις. Χρησιμοποιεί όμως σαν άλλοθι τις ξένες Σχολές, ρίχνοντας το δήθεν προοδευτικό σύνθημα «οι ξένοι μας παίρνουν τις πιό αξιόλογες ανασκαφές» .
Αλλά εύλογα αναρωτιέται κανείς: Γιατί δεν αλλάζει τη Νομοθεσία, που ήδη από μόνη της είναι «αρχαία»;
Πέρσι ακόμη υπήρξε ανώνυμη καταγγελία ότι στη Σαμοθράκη βρέθηκε το κεφάλι της Νίκης ( το σώμα βρίσκεται στο Λούβρο) αλλά καμιά ανακοίνωση δεν έγινε από την Αμερικανική Σχολή που από το 1930 πραγματοποιεί εκεί ανασκαφές. Και μένουν κατάπληκτοι οι ‘Ελληνες όταν κατά καιρούς δημοσιεύονται δημοπρασίες σε ολόκληρο τον κόσμο με πλειστηριαζόμενα τα αρχαία μας μνημεία.
Μουσεία, ιδιωτικές συλλογές και άτομα ανά την υφήλιο, έχουν να επιδείξουν κάτι από τον ελληνικό μας πλούτο. Που ασφαλώς δεν προέρχεται από τις δρώσες σχολές, αλλά η οργιάζουσα αρχαιοκαπηλία κάπου «στεγάζεται», στην ασυδοσία που παρέχεται στους ξένους.
Δεν έχει κανείς παρά να ρωτήσει συνταξιούχους και εν ενεργεία Εφόρους Αρχαιοτήτων, που εργάστηκαν κατά καιρούς σε περιοχές ανασκαφών της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής, όπως είναι π.χ. η Δήλος, η Θάσος, οι Δελφοί.
Θα διαπιστώσει ότι όλοι οι κατά καιρούς Έφοροι των Κυκλάδων (όπου υπάγεται η Δήλος), της Καβάλας (όπου υπάγεται η Θάσος), των Δελφών, έχουν αξέχαστες εμπειρίες από τη θητεία τους εκεί (αδικαιολόγητες τιμωρίες, μεταθέσεις, δυσμένειες για το λόγο και μόνο ότι προσπάθησαν να κάμουν το καθήκον τους).
Και το θλιβερό και εξωφρενικό είναι ότι οι εκάστοτε ιθύνοντες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, αντί να βάλουν στη θέση τους κυρίους αυτούς, που λέγονται ξένοι αρχαιολόγοι ή Διευθυνταί Ξένων Αρχαιολογικών Σχολών, ζητούν την κεφαλή επί πίνακι των ίδιων των υφισταμένων
Αν το κράτος ενδιαφέρεται πραγματικά ν’ αξιοποιήσει και τις αρχαιότητες, αλά και το ντόπιο επιστημονικό δυναμικό, ας αρχίσει το σταδιακό περιορισμό των δραστηριοτήτων των ξένων, μέχρι την οριστική τους απομάκρυνση και την ανάθεση των ανασκαφών στους Έλληνες.
Στο κάτω κάτω κάπως περισσότερο λειτουργούμε με τις ρίζες μας και πονάμε την κληρονομιά μας.
Φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο - ΔΕΞΙΑ: Ο Κεραμεικός ανασκάπτεται δαπάναις ιδρύματος Φόρντ και με την Αμερικάνικη Σχολή να προΐσταται. ΚΑΤΩ: Στην Ακρόπολη (στην Μυκηναϊκή κρήνη) το λόγο έχει η Γερμανική αρχαιολογική σκαπάνη.